
Όσοι έζησαν τον Ψυχρό Πόλεμο πάντα θα θυμούνται τον φόβο που δημιουργούσε η απειλή του πυρηνικού πολέμου, αν και η τελική βεβαιότητα της «αμοιβαία εξασφαλισμένης καταστροφής» (mutually assured destruction – MAD) μάλλον λειτούργησε αποτρεπτικά. Οι φόβοι αυτοί επανήλθαν με την κλιμάκωση της αντιπαράθεσης ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ρωσία, αν και εδώ πάλι λειτούργησε αποτρεπτικά η επίγνωση του τι θα σήμαινε. Όμως, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι το εύρος των δυνάμεων που έχουν πυρηνικά όπλα είναι αρκετά ευρύτερο. Και η τρέχουσα κλιμάκωση της έντασης ανάμεσα σε Ινδία και Πακιστάν, χώρες που διαθέτουν πυρηνικά όπλα, ήρθε να θυμίσει ότι υπάρχουν διάφορα σημεία του πλανήτη που μπορούν να μας κρατήσουν ξάγρυπνους το βράδυ.
Σύγκρουση δυο ισχυρών εθνικισμών
Η σύγκρουση γύρω από το Κασμίρ δεν είναι μόνο μια υπενθύμιση του καταστροφικού τρόπου με τον οποίο έγινε η διαχείριση της ανεξαρτησίας – και διαίρεσης – της πρώην Βρετανικής Ινδίας. Είναι ταυτόχρονα και ένα σημείο όπου συγκρούονται δύο ισχυροί εθνικισμοί.
Στην περίπτωση της Ινδίας, όπου ακόμη και σήμερα είναι πολύ σπάνιες οι αναφορές στη δημόσια σφαίρα στη μεγάλη βία που οι ινδικές δυνάμεις άσκησαν στην περιοχή του Κασμίρ που ήταν πάντα υπό αυστηρή επιτήρηση, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ζούμε στην εποχή του Ναρέντρα Μόντι. Δηλαδή, ενός πολιτικού που έχει κατεξοχήν επενδύσει σε έναν σκληρό εθνικισμό, που θεωρεί μόνο τον ινδουισμό ως στοιχείο της ινδικής εθνικής ταυτότητας και επιχειρεί να διαγράψει την ιστορική σημασία του μουσουλμανικού στοιχείου στην ιστορία της Ινδίας.
Κατά συνέπεια, για τον Μόντι το Κασμίρ ήταν πάντα ένα πεδίο όπου πρέπει να επικυρωθεί με κάθε τρόπο η εκδοχή εθνικισμού που πρεσβεύει. Άλλωστε, ήδη από το 2019 έχει αυξήσει πάρα πολύ την ένοπλη ινδική στρατιωτική παρουσία στην περιοχή, ενώ κατήργησε και κάθε ειδικό καθεστώς μπορεί να είχε.
Στην περίπτωση του Πακιστάν, μια χώρα όπου κανένας μη στρατιωτικός πρωθυπουργός δεν έχει ολοκληρώσει μια πλήρη θητεία στα 77 χρόνια ιστορίας της χώρας, ο Στρατός και οι μυστικές υπηρεσίες εξακολουθούν να αποτελούν πολύ σημαντικά πραγματικά κέντρα εξουσίας.
Μόνο που ένας βασικός τρόπος ώστε ο στρατός να απολαμβάνει μιας τόσο εξέχουσας θέσης είναι να συντηρείται η εχθρότητα με την Ινδία γύρω από το ζήτημα της κατοχής του Κασμίρ. Μια περιοχή που βεβαίως είναι και ιδιαίτερα κομβική για την άρδευση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων της χώρας, αφού ένα πολύ μεγάλο μέρος των υδάτων που χρειάζονται περνούν από το Κασμίρ. Γι’ αυτό και μια πρόσφατη ινδική απόφαση να ανασταλεί μια συμφωνία που ήταν χρόνια σε ισχύ για τη διαχείριση των υδάτων θεωρήθηκε ως μεγάλη απειλή για το Πακιστάν.
Ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι
Η τρέχουσα κλιμάκωση
Όλα αυτά αποκτούν ξεχωριστή φόρτιση στις σημερινές συνθήκες. Στο πλαίσιο της στρατηγικής της οικονομικής και γεωπολιτικής αναβάθμισης της Ινδία που προσπαθεί να υλοποιήσει ο Μόντι και που περιλαμβάνει και τις ανάλογες «προβολές ισχύος» είναι σαφές ότι θεωρείται ότι μια «αποφασιστική» στάση θα μπορούσε να επικύρωνε τον αναβαθμισμένο ρόλο της Ινδίας.
Από την άλλη, για το Πακιστάν, χώρα με μια ανοιχτή εσωτερική πολιτική κρίση μετά την αποπομπή του Ίμρα Χαν, είναι δύσκολο ιδίως για το στρατιωτικό κατεστημένο να φανεί υποχωρητικό. Αυτό θα μπορούσε να εξηγήσει και γιατί παρά τις περί του αντιθέτου διαψεύσεις, εξακολουθεί να υπάρχει σχέση με οργανώσεις που διεκδικούν ένοπλα την ανεξαρτησία του Κασμίρ.
Εξηγεί επίσης την ιδιαίτερα έντονα εθνικιστική ρητορική του τελευταίου διαστήματος, ιδίως από τη μεριά του φιλόδοξου αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων στρατηγού Ασίμ Μουνίρ, που μιλώντας πρόσφατα σε εκπροσώπους της Πακιστανικής διασποράς επανέλαβε τις αξιώσεις για το Κασμίρ με ιδιαίτερα γλαφυρούς όρους. Μάλιστα, σε αυτή την ομιλία επέστρεψε στο συγκροτητικό για το Πακιστάν αφήγημα περί των «δύο εθνών» και της διαφοράς σε κάθε πλευράς της ζωής από τους ινδουιστές. Μάλιστα, θεωρήθηκε αυτό το αφήγημα και μια υπαναχώρηση από την τάση προηγούμενων στρατιωτικών και πολιτικών ηγετών ρητά ή άρρητα να ενδιαφέρονται για μια προσέγγιση με την Ινδία. Ας μην ξεχνάμε ότι ανεξαρτήτως της ρητορικής, μια λύση που θα περιλάμβανε την αποδοχή του εδαφικού καθεστώς ως έχει, την αναβάθμιση των οικονομικών σχέσεων των δύο χωρών και την απόσυρση του μεγάλου όγκου των στρατιωτικών δυνάμεων, με παράλληλη επαναφορά σε ισχύ των άρθρων του συντάγματος της Ινδίας που αναγνώριζαν ειδικό καθεστώς, δεν είναι ανέφικτη.
Ο πρωθυπουργός του Πακιστάν Σεχμπάζ Σαρίφ και ο επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων Ασίμ Μουνίρ
Η ευρύτερη γεωπολιτική διάσταση
Σε όλα αυτά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε και τη γεωπολιτική διάσταση. Η αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν σήμαινε ότι το Πακιστάν δεν έχει πια τον ίδιο ρόλο ως η ένας βασικός σύμμαχος των ΗΠΑ Κεντρική Ασία. Αντιθέτως, όπως φαίνεται και από το πώς κατευθύνονται οι αμυντικές δαπάνες του Πακιστάν, η Κίνα, που επανέλαβε την υποστήριξή της προς το Πακιστάν έχει εξελιχθεί σε βασικό προμηθευτή των πακιστανικών ενόπλων δυνάμεων. Από την άλλη, η προσέγγιση με την Ινδία ως εναλλακτικό πόλο στην περιοχή απέναντι και στην Κίνα και στην Ρωσία, αποτελεί εδώ και χρόνια βασικό στόχο της αμερικανική εξωτερικής πολιτικής, αν και η ινδική πλευρά δείχνει να αποφεύγει να συμπεριφέρεται ως τμήμα ενός «δυτικού» γεωπολιτικού άξονα.
Ινδικός βαλλιστικός πύραυλος
Το ανοιχτό ερώτημα της κλιμάκωσης
Όλα αυτά εξηγούν ως ένα βαθμό και το πώς εξελίχθηκαν μέχρι τώρα τα γεγονότα. Η Ινδία απάντησε στις 7 Μαΐου στη δολοφονία 26 Ινδών τουριστών στο Κασμίρ στις 22 Απριλίου, πραγματοποιώντας αεροπορικές επιδομές σε στόχους όχι μόνο στο τμήμα του Κασμίρ που ανήκει στο Πακιστάν αλλά και στην επαρχία του Παντζάμπ, στοιχείο που θεωρήθηκε ένδειξη κλιμάκωσης, καθώς για πρώτη φορά από το 1971 η Ινδία έκανε επίθεση και σε αυτή την περιοχή. Από τη μεριά του ο Πακιστανός πρωθυπουργός Σεχμπάζ Σαρίφ, δήλωσε μετά από τις ινδικές επιθέσεις ότι ήταν πράξεις δειλών και ότι η Ινδία θα πρέπει να πληρώσει τις συνέπειες.
Επομένως είναι εύλογο ότι θα υπάρξει τουλάχιστον μία ανταπάντηση από τη μεριά του Πακιστάν που θα προσπαθήσει να δείξει ότι μπορεί και αυτό να πλήξει την Ινδία.
Ωστόσο, το ερώτημα είναι εάν αυτό θα οδηγήσει σε επιπλέον κλιμάκωση. Και εδώ οι ενδείξεις είναι εκ των πραγμάτων αντιφατικές. Η Ινδία επενδύει το τελευταίο διάστημα σε πρακτικές που σηματοδοτούν «προβολές ισχύος» και ο Μόντι αυτή τη στιγμή απολαμβάνει ισχυρής νομιμοποίησης ως προς τον πυρήνα της εθνικιστικής ρητορικής του. Όμως, μια μεγάλη και παρατεταμένη πολιτική σύγκρουση, θα είχε κόστος και δεν αναλογεί στην εικόνα μιας σημαντικής περιφερειακής δύναμης και μιας οικονομικής «ατμομηχανής».
Πακιστανικός βαλλιστικός πύραυλος
Από την άλλη στο Πακιστάν, παρά την επιθυμία του στρατού να επικυρώσει τον ρόλο του μέσα από μια επίδειξη ικανότητας στρατιωτικής απάντηση, η βαθιά οικονομική και πολιτική κρίση και αστάθεια, σε συνδυασμό με την ύπαρξη και άλλων ενεργών αποσχιστικών κινημάτων κάνει δύσκολο το άνοιγμα ενός μεγάλου πολεμικού μετώπου με την Ινδία.
Ενδεικτικό πάντως είναι και οι δύο πλευρές προσπαθούν να περιγράψουν τις απαντήσεις τους ως ταυτόχρονα αποφασιστικές αλλά και μετρημένες.
Όμως, και οι δύο χώρες έχουν μια αρκετά μεγάλη ιστορία συγκρούσεων και βέβαια ισχύει ότι συχνά η λογική της κλιμάκωση προκύπτει εκ του αποτελέσματος και ανεξαρτήτως των συγκεκριμένων σχεδιασμών που υπάρχουν. Πράγμα που εξηγεί και την παγκόσμια ανησυχία για το μέχρι που θα φτάσει η αντιπαράθεση δύο πυρηνικών δυνάμεων αλλά και την προσπάθεια άλλων χωρών να προσπαθήσουν να αποτρέψουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο.