
Η δικτατορία ήταν μια εμπειρία που μας βοήθησε να δημιουργήσουμε μια ατμόσφαιρα εθνικής ενότητας, η οποία πρέπει να διατηρηθεί για να οδηγηθεί ο τόπος σε μια σωστότερη πολιτική πρακτική, τονίζει ο καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου κ. Δ. Τσάτσος, βουλευτής της Ε.Κ.Ν.Δ. (σ.σ. Ένωση Κέντρου – Νέες Δυνάμεις).
— Το ζήτημα που δημιουργήθηκε πρόσφατα με τις εορταστικές εκπομπές του ΕΙΡΤ για την 28η Οκτωβρίου έδειξε ότι για ωρισμένους οι βαθειές αντιθέσεις του εμφυλίου πολέμου δεν έχουν ακόμη πάψει να υπάρχουν. Πιστεύετε ότι σήμερα πια πρέπει να δοθεί ένα τέλος στην κατάσταση αυτή;
Το πιστεύω αναμφισβήτητα και για πάρα πολλούς λόγους. Ο εμφύλιος πόλεμος, σαν ιστορικό γεγονός, έγινε πηγή διαφοροποιήσεως των Ελλήνων στους «σωστούς», που ήταν από την μία πλευρά, και στους «κακούς», που βρέθηκαν από την άλλη. Βέβαια, πολλοί από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων δεν ζουν πια. Αλλά ζουν τα παιδιά τους, στα οποία έχουν μεταδώσει τα βιώματά τους. Έτσι γίνεται ο εμφύλιος πηγή εθνικού διχασμού, πηγή πολιτικού διχασμού, πηγή κοινωνικής ανωμαλίας. Αυτός είναι ο πρώτος λόγος για τον οποίον πρέπει να κλείσουν οριστικά οι πληγές του παρελθόντος.
Ο δεύτερος λόγος που συνηγορεί για το ξεπέρασμα εκείνου του ιστορικού γεγονότος είναι το γεγονός ότι η πρώτη μεταδικτατορική κυβέρνηση νομιμοποίησε το Κ.Κ. Τι σημαίνει νομιμοποίηση; Δεν σημαίνει βέβαια πως οι νομιμοποιούντες αποδέχονται τον μαρξισμό και τον κομμουνισμό, σημαίνει όμως ότι θεωρούνται επιτρεπόμενη κοινωνική τάση. Δεν μπορεί λοιπόν το πολίτευμα να αποδέχεται το επιτρεπτό μιας κοινωνικής τάσεως, αλλά νοοτροπιακά να συνεχίζουμε να ζούμε μέσα στην αντικομμουνιστική μανία, που πηγή της έχει αυτόν ακριβώς τον εμφύλιο πόλεμο.
Και ακόμη κάτι: όσο περνάν τα χρόνια τόσο οφείλουμε να γινόμαστε από άνθρωποι που μετέχουν στα βιώματα άνθρωποι που μετέχουμε στην Ιστορία, στην ιστορική κρίση.
Αυτό σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται να προσφέρουμε στην κοινή γνώμη, στο πανεπιστήμιο, στο σχολείο προκατασκευασμένες και κρατικά υποχρεωτικές ερμηνείες εκείνου του ιστορικού γεγονότος. Έχουμε υποχρέωση να προσφέρουμε τα γεγονότα, ώστε οι γενιές που επέρχονται να κάνουν τη δική τους ιστορική κρίση γύρω από τον εμφύλιο πόλεμο. Ήδη η ονομασία «συμμοριτοπόλεμος» που του έχει δοθεί εμπεριέχει μια ιστορική καταδίκη, την οποία έχει δικαίωμα να κάνει ο Α ή ο Β ιστορικός, αλλά δεν μπορεί να επιβάλει ο οποιοσδήποτε κρατικός θεσμός.
— Νομίζετε ότι η αριστερά σήμερα βοηθάει στο οριστικό κλείσιμο του κεφαλαίου «εμφύλιος πόλεμος»;
Όταν λέμε αριστερά δεν εννοούμε βέβαια ούτε μια ενιαία παράταξη ούτε μια ενιαία νοοτροπία. Αυτό που είναι εξαιρετικά χαρμόσυνο γεγονός είναι ότι υπάρχει σήμερα μια σοβαρή αριστερή τάση, που βοηθάει με την πρακτική και την πολιτική της στο γεφύρωμα του χάσματος και σε μια πιο σωστή, πιο γαλήνια ιστορική κρίση. Η συμβολή αυτής της αριστεράς στον πολιτικό βίο είναι βαθειά πολύτιμη. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή η αριστερά που εννοώ έχει αποδεχθεί και τον πολυκομματισμό και την μόνιμη υπακοή στην εκάστοτε λαϊκή ετυμηγορία. Με αυτό περνάει από την αντινομία στην ομοιογένεια με το δημοκρατικό κοινοβουλευτικό πολίτευμα.
— Πώς κρίνετε την τοποθέτηση της κυβερνήσεως απέναντι στο όλο ζήτημα;
Θα σας πω κάτι που σε πρώτη εντύπωση θα εκπλήξει. Θεωρώ τις αντιφατικές εκδηλώσεις μέσα στο γενικότερο δεξιό κυβερνητικό χώρο σαν θετικό στοιχείο. Πιστεύω ότι πριν από χρόνια μια κυβέρνηση της δεξιάς θα ήταν αλόγιστα ενωμένη γύρω από τη θεωρία του συμμοριτοπολέμου, γύρω από την αντικομμουνιστική υστερία της, γύρω από έναν βασισμένο στον αντικομμουνισμό εθνικό διχασμό. Το γεγονός ότι σήμερα έχουμε αντίνομες εκδηλώσεις στο χώρο της δεξιάς σημαίνει ότι και εκεί γίνονται διεργασίες και ότι υπάρχουν και εκεί άνθρωποι οι οποίοι είτε διαισθάνονται είτε ήδη θέτουν σε κίνηση διεργασίες ξεπεράσματος των γεγονότων του παρελθόντος. Βέβαια, τελικά θα χαιρέτιζα μια ξεκάθαρη κυβερνητική στάση, η οποία άλλωστε θα ήταν και απόλυτα συνεπής προς την απόφαση του ίδιου του πρωθυπουργού να νομιμοποιήσει το ΚΚΕ. Θεωρώ λοιπόν και αντιφατική την κυβερνητική στάση σε σχέση με την προηγούμενη απόφασή της να νομιμοποιήσει το Κ.Κ.
— Ποια, κατά τη γνώμη σας, είναι τα θετικά βήματα που έγιναν από την πτώση της δικτατορίας μέχρι σήμερα για το «κλείσιμο» του εμφυλίου πολέμου και τι απομένει ακόμη να γίνει;
Σαν θετικά βήματα θα ανέφερα τη νομιμοποίηση του Κ.Κ. και την κατάργηση μιας σειράς ανελευθέρων νομοθετημάτων. Θετικό επίσης βήμα από την πλευρά της αριστεράς είναι η πολιτική πρακτική της, που αποδεικνύει την ορθότητα όλων αυτών των μέτρων.
Αυτό που δεν έγινε ακόμη —αλλά και δεν θα μπορούσε να έχει γίνει μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα— είναι η μεταβολή της πολιτικής πρακτικής στο ζήτημα της αντιμετωπίσεως των κομμουνιστικών κομμάτων. Νομικά τα Κ.Κ. δεν απαγορεύονται, αλλά στην πράξη διώκονται και στη νοοτροπία μιας μερίδας των Ελλήνων αποτελούν το απόβλητο τμήμα της κοινωνίας μας. Αυτό το βήμα λοιπόν δεν έχει γίνει ακόμη. Αλλά δεν είναι δυνατό να γίνει χωρίς αγώνες και διεργασίες όλων εκείνων που πιστεύουν στην εθνική ενότητα και την οριστική καταδίκη του διχασμού.
*Αυτές ήταν οι απαντήσεις που είχε δώσει ο αείμνηστος Δημήτρης Τσάτσος (1933-2010) στα ερωτήματα που του είχαν υποβάλει οι υπεύθυνοι του «Βήματος» το Νοέμβριο του 1975, στο πλαίσιο μιας έρευνας με θέμα την επούλωση των πληγών του Εμφυλίου, την οριστική υπέρβαση του αδελφοκτόνου διχασμού και σπαραγμού (το σχετικό άρθρο, που περιελάμβανε επίσης τις απόψεις των βουλευτών Βάσου Βασιλείου και Μήτσου Παρτσαλίδη, του πεζογράφου Δημήτρη Χατζή και του δημοσιογράφου Πάνου Λουκάκου, είχε δημοσιευτεί στο φύλλο της 12ης Νοεμβρίου 1975).
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 12.11.1975, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ
Ο διαπρεπής συνταγματολόγος, ο εμπνευσμένος δάσκαλος και συγγραφέας, ήταν τότε μέλος του ελληνικού κοινοβουλίου — υπήρξε μάλιστα ο γενικός εισηγητής όλης της αντιπολίτευσης για το Σύνταγμα του 1975.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 12.11.1975, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ
Το παρόν άρθρο δημοσιεύεται με αφορμή τη συμπλήρωση 51 ετών από τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, μια απόφαση ιστορικής σημασίας για την εκ νέου εγκαθίδρυση και κατοχύρωση του δημοκρατικού πολιτεύματος στη χώρα μας.
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 24.9.1974, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Στις 23 Σεπτεμβρίου 1974, ημέρα Δευτέρα, η κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή, δύο ακριβώς μήνες μετά την πτώση της χούντας και την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην καθημαγμένη από τους Απριλιανούς και τους Αττίλες Ελλάδα, κατέστησε με νομοθετικό της διάταγμα ελεύθερη τη λειτουργία όλων ανεξαιρέτως των κομμάτων, συμπεριλαμβανομένου και του ΚΚΕ, που βρισκόταν στην παρανομία επί 27 ολόκληρα χρόνια, από το 1947.
Το υπ’ αριθμόν 59 Νομοθετικό Διάταγμα «περί συστάσεως και επαναλειτουργίας των κομμάτων», το οποίο τέθηκε σε ισχύ από της δημοσιεύσεώς του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Φ. 259), επέτρεπε τη σύσταση νέων κομμάτων, καθώς και την επαναλειτουργία κομμάτων που είτε είχαν διαλυθεί κατά το παρελθόν με οποιονδήποτε τρόπο είτε είχε διακοπεί ή ανασταλεί η λειτουργία και δράση τους.
Η μοναδική προϋπόθεση που ετίθετο στο εν λόγω νομοθετικό διάταγμα για τη λειτουργία και επαναδραστηριοποίηση κάθε κόμματος ήταν η εξής: να καταθέσει ο αρχηγός ή η διοικούσα επιτροπή του στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου δήλωση «περιλαμβάνουσαν ότι αι αρχαί του κόμματος αντιτίθενται προς πάσαν ενέργειαν αποσκοπούσαν εις την βιαίαν κατάληψιν της εξουσίας ή την ανατροπήν του ελευθέρου δημοκρατικού πολιτεύματος».
Αξίζει να σημειωθεί ότι την ίδια ημέρα, με προεδρικό διάταγμα, η κυβέρνηση Καραμανλή αποκατέστησε το δικαίωμα τού συνεταιρίζεσθαι και το απαραβίαστο του απορρήτου των επιστολών.