Γιατί τα Στενά του Ορμούζ έχουν σημασία (και) για τον αθλητισμό;

Γράφει ο Δημήτρης Ραπίδης: Η γεωγραφία, είτε φυσική είτε ανθρωπογενής, διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση του αθλητικού τοπίου, με επιπτώσεις που εκτείνονται από τις εθνικές επιτυχίες σε συγκεκριμένα αθλήματα έως τις οικονομικές επενδύσεις και τις γεωπολιτικές εντάσεις.
Η επιρροή της φυσικής γεωγραφίας είναι εμφανής στην παγκόσμια σκηνή. Για παράδειγμα, χώρες όπως η Αυστρία και η Ελβετία έχουν εδραιώσει την κυριαρχία τους στα χειμερινά αθλήματα. Αυτό οφείλεται άμεσα στην ορεινή τους μορφολογία και την άφθονη χιονόπτωση, παράγοντες που ευνοούν την ανάπτυξη των απαραίτητων υποδομών και την καλλιέργεια ταλέντων σε αθλήματα όπως το σκι βουνού και το snowboard.
Παράλληλα, η ανθρωπογεωγραφία μπορεί να έχει εξίσου βαθιές επιπτώσεις. Η περίπτωση της Γλασκόβης είναι χαρακτηριστική, όπου οι ιστορικές θρησκευτικές διαιρέσεις μεταξύ Καθολικών και Προτεσταντών έχουν τροφοδοτήσει έναν έντονο αθλητικό φανατισμό, ιδιαίτερα στο ποδόσφαιρο μεταξύ της Ρέιντζερς και της Σέλτικ, υπογραμμίζοντας πώς οι κοινωνικές δομές και οι ιστορικές εντάσεις μπορούν να επηρεάσουν την αθλητική κουλτούρα.
Η σημασία της γεωγραφίας αναδεικνύεται εντονότερα σε περιόδους γεωπολιτικής αστάθειας, όπως τα πρόσφατα γεγονότα στον Περσικό Κόλπο. Μετά τον βομβαρδισμό πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν από τις Ηνωμένες Πολιτείες, αναλυτές εκφράζουν ανησυχίες για το ενδεχόμενο κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ από την Τεχεράνη. Το Στενά του Ορμούζ, που συνδέουν τον Περσικό Κόλπο με τον Κόλπο του Ομάν, αποτελούν μία από τις σημαντικότερες θαλάσσιες οδούς παγκοσμίως. Μέσω αυτών διέρχεται το ένα τρίτο του παγκόσμιου υγροποιημένου φυσικού αερίου και έως και το 25% των παγκόσμιων προμηθειών πετρελαίου. Το κλείσιμό τους θα είχε καταστροφικές συνέπειες για χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν, χώρες που, όχι μόνο εξαρτώνται από τα Στενά για τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, αλλά φιλοξενούν και κρίσιμες αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις, καθιστώντας την περιοχή ένα γεωστρατηγικό σημείο ιδιαίτερης σημασίας.
Παρόλο που το Στενά του Ορμούζ δεν έχουν κλείσει ποτέ πλήρως, παρά τις επανειλημμένες απειλές, κυρίως από το Ιράν, και περιστασιακές επιθέσεις σε πλοία ή κατασχέσεις, ένα πλήρες και -ενδεχομένως- παρατεταμένο κλείσιμο θα επηρέαζε άμεσα τα έσοδα από πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Αυτό είναι ιδιαίτερα κρίσιμο για τις χώρες του Κόλπου, καθώς επενδύουν σημαντικά στον αθλητισμό ως μέρος των προσπαθειών τους για οικονομική διαφοροποίησημακριά από την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα.
Επιπλέον, σε μια περιοχή που έχει αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια σε κορυφαίο προορισμό για διεθνείς αθλητικές διοργανώσεις, μια κλιμάκωση της στρατιωτικής δράσης θα δημιουργούσε σοβαρούς κινδύνους για την ασφάλεια των εκδηλώσεων και των συμμετεχόντων. Ένα παράδειγμα ήταν το επεισόδιο που συνέβη κατά τη διάρκεια του GrandPrix της F1 στη Σαουδική Αραβία το 2022, όπου πυκνός καπνός κάλυψε την περιοχή έπειτα από επίθεση με drone των Χούθι της Υεμένης σε εγκαταστάσεις της πετρελαϊκής εταιρίας Aramco, σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από την πίστα, αναδεικνύοντας την ευπάθεια του αθλητισμού σε γεωπολιτικές εντάσεις.
Οι περιορισμοί στην κίνηση πετρελαίου και φυσικού αερίου μέσω των Στενών του Ορμούζ θα προκαλούσαν αύξηση των παγκόσμιων τιμών ενέργειας, η οποία με τη σειρά της θα οδηγούσε σε αυξήσεις τιμών σε άλλα αγαθά και υπηρεσίες. Αυτό θα επιβάρυνε περαιτέρω το κόστος της διεξαγωγής αθλητικών γεγονότων, ιδίως σε ένα ήδη πιεσμένο περιβάλλον, όπως για παράδειγμα στο ποδόσφαιρο, όπου το κόστος συμμετοχής και λειτουργίας αυξάνεται συνεχώς.
Συνολικά, αυτό που μπορεί να φαντάζει ως ένα απομακρυσμένο γεωγραφικό ζήτημα, χιλιάδες μίλια μακριά, μπορεί να έχει άμεσες και ουσιαστικές επιπτώσεις στον αθλητισμό. Η γεωγραφία και οι γεωπολιτικές συγκρούσεις επηρέαζαν ανέκαθεν τον αθλητισμό και συνεχίζουν να τον επηρεάζουν, ίσως περισσότερο από ποτέ άλλοτε, βάζοντας στην εξίσωση της σύγκρουσης στην περιοχή και άλλους δρώντες, με κυρίαρχο τη Σαουδική Αραβία, το πιο ισχυρό πολιτικά και οικονομικά κράτος στην ευρύτερη περιοχή, που επιδιώκει να καταστεί κυρίαρχη δύναμη στην αθλητική βιομηχανία με ορίζοντας και το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2034.
Μια πιθανή ευρείας κλίμακας σύγκρουση Ουάσιγκτον-Τεχεράνης δεν θα μπορούσε να μείνει διμερής, αλλά να «ανοίξει» σε πολυμερές επίπεδο, προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις και εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Στην κορυφή του παγόβουνου βρίσκεται το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και η σύγκρουση με το Ισραήλ, αλλά όσο κατεβαίνει κανείς προς τα κάτω βλέπει να απλώνεται ένα μεγάλο μωσαϊκό διαιρέσεων και συμφερόντων, με τον αθλητισμό να έχει εξέχουσα πλέον θέση στις γεωπολιτικές εντάσεις στην περιοχή.
*Ο Δημήτρης Ραπίδης είναι πολιτικός αναλυτής, υπεύθυνος χρηματοδοτικών προγραμμάτων στο ινστιτούτο ETERON, επιμελητής του project «FootballON: MoreThanGoals».