Ακίνητα στην Αθήνα, βόμβες στη Μέση Ανατολή

Δημοσιεύτηκε στις 29/06/2025 13:17

Ακίνητα στην Αθήνα, βόμβες στη Μέση Ανατολή

Μετά τις 7 Οκτωβρίου του 2023, με την επίθεση της Χαμάς και την έναρξη των ισραηλινών πολεμικών επιχειρήσεων στη Λωρίδα της Γάζας, η ταραχώδης επικαιρότητα που μονοπωλούσε το ενδιαφέρον στο εσωτερικό του Ισραήλ μετατράπηκε σε μία μακρινή προϊστορία.

Η δικαστική μεταρρύθμιση που επιχειρούσε καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς η κυβέρνηση Νετανιάχου, με την οποία θα απελευθέρωνε το νομοθετικό έργο της Κνεσέτ από τα δεσμά του Ανωτάτου Δικαστηρίου που ακύρωνε πολλές από τις πιο «τολμηρές» αποφάσεις της ισραηλινής κυβέρνησης ως αντισυνταγματικές, γέννησε μία πολιτική και οικονομική κρίση που έδειχνε συνεχή σημάδια όξυνσης.

Στο βάθος, δε, της μεταρρύθμισης, βρισκόταν και η νομοθέτηση της ασυλίας για τους πρωθυπουργούς της χώρας που θα επέτρεπε στον Μπένγιαμιν Νετανιάχου να βάλει ένα οριστικό τέλος στη δικαστική του περιπέτεια με τις κατηγορίες για διαφθορά και δωροδοκία.

Το τίμημα που είχε αυτή η ριζική κίνηση πολιτικής επιβίωσης στην οικονομία υπήρξε υπέρογκο. Σε ένα οξύ πρόβλημα πληθωρισμού που υπερέβαινε αυτό των ευρωπαϊκών χωρών μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και σε ένα στεγαστικό πρόβλημα που απαιτούσε άμεση και ριζική επίλυση (ακόμα πιο επιτακτικά λόγω της ιδιαίτερης φύσης του κράτους του Ισραήλ) η οποία δεν διαφαινόταν κάπου στον ορίζοντα, επικάθισε η μεγάλη αύξηση των επιτοκίων, η περαιτέρω αποδυνάμωση του σέκελ απέναντι στο δολάριο, μαζικές διαδηλώσεις, η αντίδραση του επιχειρηματικού κόσμου και ακόμα και παραιτήσεις ή απειλές παραίτησης από τις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις.

Στην αρχή του πολέμου στη Γάζα

Brown Hotels (αριστερά) / Φωτογραφία από το Ισραήλ: Δημήτρης Μιχαλάκης (δεξιά)

Η 7η Οκτωβρίου του 2023 βρήκε την ισραηλινή οικονομία σε μία δυσμενή κατάσταση: στασιμότητα, πληθωρισμός, πολιτική αναταραχή, σαφέστατες ενδείξεις ότι οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης θα υποβάθμιζαν την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας αυξάνοντας το κόστος δανεισμού (πράγμα που όντως έγινε αργότερα) και τις εξαγωγές σε φθίνουσα πορεία, ακόμα και για τους προνομιακούς τομείς της χώρας όπως η καινοτομία στην υψηλή τεχνολογία. Δημοσκόπηση στα μέσα του έτους για το ισραηλινό Κανάλι 13 έβρισκε ότι το 28% των πολιτών σκεφτόταν να εγκαταλείψει τη χώρα, ενώ ένα 8% δεν έπαιρνε θέση για το αν σκοπεύει να μείνει ή όχι.

Ο δε πόλεμος στη Γάζα που ακολούθησε, δεν υπήρξε κάποιου είδους κρατικό πρόγραμμα ενισχύσεων, όμοιο με αυτό με το οποίο αποτέλεσε δεκαετίες πριν το τελευταίο επεισόδιο του New Deal της κυβέρνησης Ρούσβελτ στις ΗΠΑ. Το Ισραήλ δεν είχε να λύσει κάποιο πρόβλημα μαζικής ανεργίας όπως η Αμερική την επομένη της Μεγάλης Ύφεσης ώστε να επωφεληθεί από την πολεμική οικονομία, αλλά μια οικονομική στασιμότητα, επιδεινούμενες ανισότητες και τη σταδιακή απροθυμία των ξένων επενδυτών να δραστηριοποιηθούν στη χώρα, ακόμα και σε τομείς που μέχρι πρότινος ήταν πόλος έλξης για άμεσες ξένες επενδύσεις.

Αντίθετα, η έναρξη των επιχειρήσεων στη Γάζα επιδείνωσε το ισραηλινό δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ πολιτικές αποφάσεις της ισραηλινής κυβέρνησης που απαντούσαν στις ανάγκες του πολέμου, κατάφεραν να φέρουν σε απόλυτη δυσμένεια ακόμα και κραταιούς τομείς για τη χώρα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η απόφαση της κυβέρνησης Νετανιάχου να αναστείλει τις άδειες για εργασία 160.000 Παλαιστινίων της Δυτικής Όχθης για λόγους εθνικής ασφάλειας, η οποία οδήγησε σε μείωση της τάξης του 95% τον κατασκευαστικό τομέα το τελευταίο τρίμηνο του 2023. Η ανάκαμψη που ακολούθησε μέσα στο 2024, δε, κατάφερε να αναπληρώσει μόλις το 15% των δραστηριοτήτων, καθώς σύμφωνα με περσινό ρεπορτάζ του Al Jazeera, οι Παλαιστίνιοι αποτελούσαν το 65-70% του εργατικού δυναμικού στον τομέα των κατασκευών, κενό που δεν μπορούσε να καλυφθεί από ισραηλινούς λόγω της επιστράτευσης των εφέδρων. Αντίστοιχου μεγέθους πλήγμα επήλθε και στον τομέα του τουρισμού, ωθώντας τον ισραηλινό τομέα της φιλοξενίας να αναζητήσει άλλους χώρους δραστηριοποίησης.

Εν υπνώσει επενδύσεις

Booking.com (αριστερά) / Φωτογραφία από το Ισραήλ: Δημήτρης Μιχαλάκης (δεξιά)

Οι ισραηλινοί επενδυτές, όπως και πολλοί ακόμα από τους ξένους, εισήλθαν στην ελληνική κτηματαγορά την περίοδο 2013-2014, όταν στα βάθη της οικονομικής κρίσης, οι τιμές των ακινήτων οδηγήθηκαν στο ναδίρ, δημιουργώντας μία χρυσή επενδυτική ευκαιρία η οποία δεν έμεινε ανεκμετάλλευτη.

Σε μεγάλο βαθμό, το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε σε μεμονωμένα διαμερίσματα και σπίτια κυρίως στην Αθήνα, στις περιοχές στις οποίες παρουσιαζόταν μεγάλη προσφορά, κυρίως πέριξ της Πατησίων. Τα επόμενα χρόνια, δε, πολλοί μεμονωμένοι αγοραστές από τη Μέση Ανατολή έπαιρναν σπίτια σε εκείνες τις περιοχές, αλλά σταδιακά και σε άλλες της Αθήνας, φαινόμενο που παράγοντες της αγοράς απέδιδαν στις τάσεις αποσταθεροποίησης που άρχισαν να εμφανίζονται στις χώρες της Δυτικής Ασίας.

Ωστόσο, οι τάσεις της αγοράς δείχνουν πως στο απόγειο της εκτίναξης των τιμών των ακινήτων τα τελευταία χρόνια, αυτά τα ακίνητα ξεκίνησαν να μεταπωλούνται ή να ανακαινίζονται για να βγουν στην αγορά με τη μορφή μπουτίκ ξενοδοχείων, βραχυχρόνιων μισθώσεων ή σπανιότερα και κατοικιών.

Πολλά από τα πορτφόλιο ακινήτων, δε, έχουν αλλάξει κλίμακα και έχουν μετατραπεί πλέον σε χρηματιστηριακά προϊόντα με τη συμμετοχή πολλών επενδυτών, ιδιαίτερα στο βαθμό που αφορούν μεγαλύτερες και πιο ολιστικές επενδύσεις με μεγαλύτερα περιθώρια κερδοφορίας: μεγάλα οικοδομικά σχέδια, αναπλάσεις ιστορικών κτιρίων, πολυτελή ξενοδοχεία και σύγχρονες τουριστικές υποδομές.

Σύμφωνα με το Ελληνο-Ισραηλινό Επιμελητήριο, οι αποδόσεις ενοικίασης στην Ελλάδα για τέτοιες επενδύσεις κυμαίνονται μεταξύ 4-7% ετησίως σε τουριστικές περιοχές, σε σύγκριση με 2-3% σε άλλες ευρωπαϊκές αγορές.

Η ευκαιρία αυτή δεν έμεινε ανεκμετάλλευτη από την ισραηλινή αγορά. Σε διάστημα μόλις ενός έτους από την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων στη Γάζα, με τον ξενοδοχειακό και κατασκευαστικό τομέα εντός Ισραήλ να βρίσκεται σε κάμψη, το ενδιαφέρον των ισραηλινών επενδυτών στράφηκε προς τις αγορές του εξωτερικού, με τη συμμετοχή σε επενδύσεις σε ακίνητα να στρέφονται σε μεγάλο βαθμό στον τομέα της φιλοξενίας και της κατοικίας. Σύμφωνα με την Jerusalem Post, το 2024, το Ισραήλ αναδείχθηκε σε έναν από τους δέκα μεγαλύτερους επενδυτές στη διεθνή αγορά ακινήτων παγκοσμίως.

Θεσμικοί επενδυτές και ελληνικές παραλίες

Booking.com (αριστερά) / Φωτογραφία από το Ισραήλ: Δημήτρης Μιχαλάκης (δεξιά)

Χαρακτηριστικό είναι ότι από τα 1,3 δισ. δολάρια που επένδυσαν ισραηλινοί σε ακίνητα στην Ευρώπη το 2023, η επόμενη χρονιά έκλεισε με επενδύσεις αξίας 2,2 δισ., αυξημένες δηλαδή κατά ένα θεαματικό 78% – κι αυτό στους τομείς που επλήγησαν καθοριστικά από τον πόλεμο στη Γάζα: την κτηματαγορά και τον τουρισμό. Στο ίδιο μάλιστα δημοσίευμα της Jerusalem Post, αναφέρεται ότι μεγάλη αύξηση στις επενδύσεις στα ακίνητα στο εξωτερικό γίνονται όχι μόνο από ιδιώτες επενδυτές, αλλά και από τα ασφαλιστικά ταμεία και άλλους θεσμικούς επενδυτές του Ισραήλ.

Μάλιστα, σύμφωνα με έκθεση της Leader Private Capital, τα ευρήματα της οποίας δημοσιεύτηκαν στην ισραηλινή οικονομική εφημερίδα Calcalist, τα ασφαλιστικά ταμεία και οι λοιποί θεσμικοί επενδυτές του Ισραήλ έχουν απομακρυνθεί από τις άμεσες επενδύσεις σε ακίνητα και στα τέλη του 2024, το 64% επενδύει σε funds, τα οποία με τη σειρά τους διαχειρίζονται μεγάλα διαφοροποιημένα πορτφόλιο και έργα real estate με μεγαλύτερες αποδόσεις και χαμηλότερο ρίσκο.

Αντίστοιχες τάσεις σημειώθηκαν και στον κλάδο της φιλοξενίας, με τους μεγαλύτερους κολοσσούς της ισραηλινής ξενοδοχειακής αγοράς να αυξάνουν θεαματικά τις επενδύσεις τους στην Ευρώπη. Σ’ αυτή την επενδυτική εξόρμηση, η Ελλάδα αποτέλεσε μεγάλο πόλο έλξης για λόγους οι οποίοι θυμίζουν ανησυχητικά τα κίνητρα που είχαν οι πρώτοι -μικρότεροι κατά κύριο λόγο- αγοραστές ακινήτων προ δεκαετίας: μιλώντας στο περιοδικό Hotel Investment Today στα μέσα του 2024, ο CEO της αλυσίδας Prima Hotels, Άβι Ντορ, δήλωνε ότι τα πρώτα πράγματα που κοιτούν στις επενδύσεις τους είναι το κόστος της γης και η δυνατότητα να απορροφήσουν τον κόσμο που εξέρχεται από το Ισραήλ. «Για μας, είναι ευκολότερο να διαχειριστούμε τους ισραηλινούς που φεύγουν, καθώς η Ελλάδα είναι ένας πολύ κοντινός προορισμός. Είναι σαν να πηγαίνεις από το Εϊλάτ στο Τελ Αβιβ» έλεγε στο περιοδικό.

Την εικόνα επιβεβαιώνουν και τα στοιχεία του Ελληνο-Ισραηλινού Επιμελητηρίου. Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Κωστόπουλο, Νομικό Σύμβουλο και μέλος του ΔΣ του Επιμελητηρίου, η αβεβαιότητα και οι κοινωνικοπολιτικές εντάσεις ώθησαν πολλούς Ισραηλινούς να αναζητήσουν επενδυτικές ευκαιρίες στο εξωτερικό, με την Ελλάδα να αναδεικνύεται σε κορυφαίο προορισμό λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας. Εκτιμάται πως το μεγαλύτερο ποσοστό των Ισραηλινών που αγοράζουν ακίνητα στην Ελλάδα το κάνουν λόγω της ανασφάλειας που προκάλεσε η σύγκρουση, αναζητώντας είτε δεύτερη κατοικία είτε επενδυτικές ευκαιρίες με υψηλές αποδόσεις.

Όπως σημειώνει ο κ. Κωστόπουλος γι’ αυτές τις επενδύσεις, «ενώ η ανασφάλεια στο Ισραήλ ενίσχυσε τη ζήτηση για ακίνητα ως ‘ασφαλές καταφύγιο’, η σταθερότητα της ελληνικής αγοράς, η συνεχής ανάπτυξη του τουρισμού και οι υψηλές αποδόσεις υποδηλώνουν ότι πολλές επενδύσεις έχουν στρατηγικό χαρακτήρα στοχεύοντας σε μακροχρόνιες αποδόσεις».

Ωστόσο, παρότι ο ίδιος εκτιμά ότι τα ισραηλινά ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά ταμεία δεν έχουν ακόμα ισχυρή παρουσία στην Ελλάδα, καθώς προτιμούν επενδυτικά σχέδια άνω των 100 εκατ. ευρώ, προσθέτει ότι «το αυξανόμενο ενδιαφέρον από μεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται διεθνώς αρχίζει να αλλάζει το τοπίο».

Επιστροφές στο Ισραήλ

Hilton (αριστερά) / Φωτογραφία από το Ισραήλ: Δημήτρης Μιχαλάκης (δεξιά)

Παρότι παγίως την τελευταία δεκαετία το Ισραήλ επιλέγει να τρέχει με μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα, το 4,2% του 2023 επιδεινώθηκε σε 6,8% το 2024 και δεν υπάρχει καμία εκτίμηση μέχρι τώρα ότι το 2025 θα αλλάξει ριζικά αυτή η πορεία, ιδίως από τη στιγμή που ο 12ημερος πόλεμος με το Ιράν πραγματοποιήθηκε με πολύ υψηλό κόστος για τα δημόσια ταμεία της χώρας.

Κι ενώ στις αρχές του Ιουνίου το υπουργείο Οικονομικών διατύπωνε ένα φιλόδοξο σχέδιο για τον περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος σε βάθος τριετίας, οι ίδιοι οι εμπνευστές του σχεδίου κατέστησαν σαφές ότι το σχέδιο δεν μπορεί να αντισταθμίσει μία πιθανή κλιμάκωση στις πολεμικές επιχειρήσεις, ενώ ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας του Ισραήλ, Αμίρ Γιαρόν, προειδοποίησε ότι μπορεί να χρειαστεί να ληφθούν πρόσθετα διαρθρωτικά μέτρα ανάλογα με τις γεωπολιτικές εξελίξεις.

Ο παρατεταμένος πόλεμος έχει φέρει το Ισραήλ σε μία οικονομική μέγγενη, την οποία αντισταθμίζουν μόνο οι ιδιαίτερα ευνοϊκές διεθνείς εμπορικές συμφωνίες που έχει υπογράψει με μία σειρά κρατών της Δύσης. Στις δημόσιες δηλώσεις τους, οι εκπρόσωποι των μεγάλων κολοσσών του τουρισμού και του real estate δηλώνουν την προθυμία τους να επανεκκινήσουν τις δραστηριότητες εντός Ισραήλ όταν επέλθει η ομαλότητα· στο μεταξύ όμως, έχουν πραγματοποιηθεί εντυπωσιακά ανοίγματα στη διεθνή αγορά, με άμεση πρόσοδο και προνομιακές διευκολύνσεις που ενδυναμώνουν μακροπρόθεσμα τους ισραηλινούς κολοσσούς.

Σε πρώτο επίπεδο, το άμεσο δημοσιονομικό αποτύπωμα στο Ισραήλ αυτών των διεθνών επενδύσεων παραμένει περιορισμένο. Ενδεικτικά, όπως αναφέρει ο κ. Κωστόπουλος, οι διμερείς συμφωνίες για την αποφυγή της διπλής φορολογίας μεταξύ Ελλάδας και Ισραήλ διευκολύνουν τις επενδύσεις, αλλά η ακριβής επιστροφή κερδών στο Ισραήλ δεν μπορεί να υπολογιστεί εύκολα. «Τα κέρδη από αυτές τις επενδύσεις συχνά επανεπενδύονται σε νέα projects στην Ελλάδα ή αλλού, ή διοχετεύονται μέσω funds σε τρίτες χώρες, περιπλέκοντας τη φορολογία και την επανεπένδυση στο Ισραήλ», λέει ο κ. Κωστόπουλος.

Ωστόσο, όπως σημειώνει και ο ίδιος, «οι επενδύσεις στην Ελλάδα προσφέρουν στους Ισραηλινούς επενδυτές προστασία από την εσωτερική αστάθεια, συμβάλλοντας έμμεσα στην ανθεκτικότητα της ισραηλινής οικονομίας.»

Κεντρική φωτογραφία: Nyx Esperia Palace Athens (αριστερά) / Φωτογραφία από το Ισραήλ: Δημήτρης Μιχαλάκης (δεξιά)

© Πηγή: In.gr


Περισσότερα Video

Ακολουθήστε το Politica στο Google News και στο Facebook