Δολοφονία Πολκ: Η ανεξιχνίαστη υπόθεση που συντάραξε την Ελλάδα
Mία από τις πιο πολύκροτες υποθέσεις δολοφονίας στην Ελλάδα, που μάλιστα παραμένει «ανοιχτή» μέχρι και σήμερα, ξεκινά στις 16 Μαΐου 1948, στη Θεσσαλονίκη, όταν ένας βαρκάρης διακρίνει το πτώμα ενός άνδρα να επιπλέει στα νερά κοντά στον Λευκό Πύργο. Είναι το άψυχο σώμα του 35χρονου αμερικανού δημοσιογράφου του CBS, Τζορτζ Πολκ.
Οι βαρκάρης βρήκε τη σορό του Πολκ δεμένη χειροπόδαρα, ενώ τα μάτια του είχαν φαγωθεί από τα ψάρια. Έφερε τραύμα από πυροβολισμό στη βάση του κρανίου του και ο θάνατός του είχε επέλθει 8 περίπου ημέρες νωρίτερα.
Ο Πόλκ στη Θεσσαλονίκη
Βρισκόμαστε στην καρδιά του ελληνικού εμφυλίου πολέμου.
Μόλις 34 ώρες πριν τον θάνατό του, ο Πόλκ είχε ταξιδέψει από την Αθήνα στη Θεσσαλόνική για μία ιστορικής σημασίας συνέντευξη. Είχε σκοπό να συναντήσει σε γειτονική ορεινή περιοχή τον Μάρκο Βαφειάδη, ηγετική φυσιογνωμία του ΚΚΕ, του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδα και επικεφαλής της «Κυβέρνησης του Βουνού» (Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση) που είχε συστήσει το ΚΚΕ.
Μιάμιση όμως ημέρα μετά την άφιξή του στη Θεσσαλονίκη, ο Πολκ δολοφονείται.
Όπως αναφέρει ο Λάμπρος Σταυρόπουλος σε άρθρo του στο tovima.gr, στις 8 Ιουνίου 2018, «τον Ιούλιο του 1947 ήρθε στην Αθήνα ο Τζωρτζ Πολκ, ανταποκριτής του CBS για την ευρύτερη περιοχή της Μ. Ανατολής, γνώρισε και παντρεύτηκε γρήγορα την δεκαεννιάχρονη αεροσυνοδό της ΤΑΕ Ρέα Κοκκώνη, όπως γρήγορα μπήκε και στο στόχαστρο των διωκτικών αρχών.
»Οι ανταποκρίσεις του ενοχλούσαν το συγκυβερνών με το «Κόμμα των Φιλελευθέρων» (πρωθυπουργός Θ. Σοφούλης) «Λαϊκό Κόμμα» του (αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού Εξωτερικών) Κ. Τσαλδάρη, μιλώντας για σκάνδαλα και κακοδιαχείριση, όπως ενοχλούσαν και την Ουάσιγκτον, γιατί πήγαιναν κόντρα στην επίσημη αμερικανική πολιτική για την Ελλάδα».
Η εκδοχή των αρχών
Τον Οκτώβριο του 1948, οι αστυνομικές αρχές προχωρούν στη σύλληψη του δημοσιογράφου Γρηγόριου Στακτόπουλου και αναζητούν επίσης τους Αδάμ Μουζενίδη και Ευάγγελο Βασβανά. Και οι τρείς άνδρες συνδέονταν με το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος.
Σύμφωνα με τις ανακριτικές και, κατόπιν, τις δικαστικές αρχές, ο Πολκ θέλοντας να συναντήσει τον Βαφειάδη, συναντήθηκε με τον Στακτόπουλο ο οποίος εν συνεχεία τον έφερε σε επαφή με τον Μουζενίδη. Οι τρεις τους επιβιβάστηκαν σε βάρκα και λίγα λεπτά αργότερα επιβιβάζονται από άλλο σημείο σε αυτή ο Βασβανάς και ακόμα ένα άτομο.
Καθώς η βάρκα βγήκε στα ανοιχτά, ανακοινώθηκε στον Πολκ ότι για λόγους ασφαλείας και διαφύλαξης του απορρήτου θα έπρεπε να του δέσουν τα μάτια, τα χέρια και τα πόδια. Λίγα λεπτά αργότερα, ο Μουζενίδης πυροβόλησε τον Πολκ στο πίσω μέρος του κεφαλιού του. Ο Πόλκ έπεσε στη βάρκα νεκρός και εν συνεχεία τον έριξαν στη θάλασσα.
Κίνητρο των κομμουνιστών δραστών, σύμφωνα πάντα με τις ελληνικές αρχές, ήταν να δημοσιοποιήσουν, εν μέσω εμφυλίου πολέμου, στην αμερικανική κοινή γνώμη τον εγκληματικό χαρακτήρα της ελληνικής κυβέρνησης.
Για τη δολοφονία του Πολκ, ως φυσικοί αυτουργοί καταδικάστηκαν ερήμην σε θάνατο ο Αδάμ Μουζενίδης και ο Ευάγγελος Βασβανάς, και ως συνεργός, καταδικάστηκε σε ισόβια ο Γρηγόρης Στακτόπουλος. Ο Στακτόπουλος φυλακίστηκε ενώ οι αρχές δεν μπορέσαν να εντοπίσουν τους Μουζενίδη και Βασβανά.
Οι δήθεν ένοχοι
Στην υπόθεση όμως που τόσο βιαστικά έσπευσαν να κλείσουν οι αρχές υπήρχαν τεράστια κενά. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο καταδικασθείς ερήμην σε θάνατο, Αδάμ Μουζενίδης είχε τελικά σκοτωθεί ήδη πριν τη δολοφονία του Πολκ, ενώ ο Βασβανάς το επίμαχο χρονικό διάστημα βρισκόταν εκτός Θεσσαλονίκης.
Γράφει ο Λάμπρος Σταυρόπουλος: «Αμερικανοί, Έλληνες και Βρετανοί αντί να κάνουν το παν για να ανακαλύψουν τους δολοφόνους. Έκαναν το παν για να τους συγκαλύψουν!
»Αγνόησαν ό,τι στοιχεία υπήρχαν, αγνόησαν τα πραγματικά περιστατικά (εκτός από δύο που δεν άλλαζαν: ότι είχε δολοφονηθεί με μια σφαίρα στο κεφάλι και ότι το τελευταίο του φαγητό ήταν μια τεράστια ποσότητα αστακού με μπιζέλια που βρέθηκαν αμάσητα στο στομάχι του) και κατασκεύασαν μια εξ ολοκλήρου δική τους εκδοχή για τη δολοφονία, επιλέγοντας τα πρόσωπα που θα χρησιμοποιούσαν.
»Συνέλαβαν τον 38χρονο δημοσιογράφο της «Μακεδονίας» Γρηγόρη Στακτόπουλο, ανταποκριτή στη Θεσσαλονίκη του «Ρώυτερ» και της «Ελευθερίας», τη μητέρα του και τις δύο αδελφές του.
»Ύστερα από απειλές, εκβιασμούς (στο επίκεντρο οι δύο αδελφές του) και φρικτά βασανιστήρια, ο Στακτόπουλος υποχρεώθηκε να ομολογήσει τη συμμετοχή του στην οργάνωση της δολοφονίας και τους δράστες, και να παρουσιάσει με κάθε λεπτομέρεια το κατασκευασμένο σενάριο, τόσο στην ανάκριση όσο και στη δίκη.
Το σενάριο των αρχών
»Δύο γνωστά κομμουνιστικά στελέχη της Θεσσαλονίκης, ο Αδάμ Μουζενίδης και ο Βαγγέλης Βασβανάς, κατέβηκαν “από το βουνό” και επί ενάμιση μήνα κινούνταν με άνεση στη Θεσσαλονίκη, οργανώνοντας τη δολοφονία με κύριο συνεργό τον Στακτόπουλο.
»Ο Πολκ μπήκε σε μια βάρκα νομίζοντας ότι θα τον μεταφέρει στην απέναντι πλευρά των ανταρτών, ο Μουζενίδης όμως τον εκτέλεσε, παρουσία του Βασβανά, ενός άλλου άγνωστου κομμουνιστή και του Στακτόπουλου – μοναδικού αυτόπτη μάρτυρα που συνελήφθη, αφού οι άλλοι επέστρεψαν στο βουνό…
(…)
Η σκευωρία
»Η ουσία όμως ήταν ότι ο Πολκ δολοφονήθηκε πριν επισκεφτεί το αρχηγείο των ανταρτών και πριν επιστρέψει στην πατρίδα του, μεταφέροντας την αμφισβήτηση της αμερικανικής πολιτικής για την Ελλάδα στην ίδια την Αμερική.
»Με την πάροδο του χρόνου, αποδείχθηκε ότι ο Μουζενίδης ήταν ήδη νεκρός την ημέρα της δολοφονίας και ο Βασβανάς, αντισυνταγματάρχης του ΔΣΕ και Πολιτικός Επίτροπος της VI Μεραρχίας στην Κεντρική Μακεδονία, βρισκόταν πολύ μακριά από την πόλη.
»Όπως και αποδείχθηκε ότι όλα όσα «ομολόγησε» ο Στακτόπουλος δεν είχαν καμιά σχέση με την πραγματικότητα: το σενάριο ήταν βιαστικά και πρόχειρα κατασκευασμένο…»
Η έρευνα του Γιάννη Μαρή
Η αποφυλάκισή του, το 1960 με χάρη, δεν ήταν αρκετή για τον Γρηγόρη Στακτόπουλο, καθώς ήθελε να καθαρίσει το όνομά του και να αθωωθεί με αναψηλάφηση της δίκης. Οι τέσσερεις αιτήσεις που έγιναν από τον ίδιο και από τη χήρα του, μετά τον θάνατό του δεν ευδοκίμησαν.
Το 1977, πάντως, όταν ο Στακτόπουλος είχε υποβάλλει το πρώτο σχετικό αίτημα, ο Γιάννης Μαρής, συγγραφέας, δημοσιογράφος και «πατέρας» του αστυνομικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα δημοσίευσε, σε δεκαέξι συνέχειες, στην εφημερίδα «Ακρόπολις» την έρευνά του για τη συγκεκριμένη υπόθεση. Ήταν μια μακροχρόνια έρευνα που είχε ξεκινήσει το 1948.
«ΤΟ ΒΗΜΑ» της 19ης Φεβρουαρίου 2017 και ο Φίλιππος Φιλίππου αναφέρονται στο βιβλίο του Γιώργου Α. Λεονταρίτη, «Ο Γιάννης Μαρής για την υπόθεση Πολκ» παραθέτοντας αποσπάσματα από τα ευρήματα της έρευνας του Μαρή.
«Στην πρώτη συνέχεια της έρευνας, ο Μαρής σημείωνε:
“…Πλήθος στοιχείων έδειχναν ότι τα πράγματα δεν έγιναν όπως εμφανίστηκαν στη δίκη, όπως τα παρουσίασαν οι μάρτυρες και όπως τα ομολόγησαν και οι ίδιοι οι κατηγορούμενοι. Πώς έγιναν λοιπόν;”
»Εχοντας παρακολουθήσει επιτοπίως όσα έγιναν, μιλώντας με πρόσωπα που γνώριζαν λεπτομέρειες σχετικά με το έγκλημα, (ο Μαρής) κατέληξε στα δικά του συμπεράσματα.
Οι Αμερικανοί ξέρουν;
»Κατ’ αυτόν, η υπόθεση Πολκ μοιάζει με αστυνομικό μυθιστόρημα επειδή όλοι οι εμπλεκόμενοι, κομμουνιστές, δεξιοί, Αγγλοι και Αμερικανοί, είχαν λόγους να σκοτώσουν τον δημοσιογράφο.
»Ας δούμε τι έγραψε στην τελευταία συνέχεια της έρευνάς του που τιτλοφορείται “Οι Αμερικανοί ξέρουν τους δολοφόνους;”. Υποστηρίζει πως το ΚΚΕ δεν τον σκότωσε επειδή δεν αποδείχθηκε ότι το έκανε. Οι κομμουνιστές δεν είχαν συμφέρον να το πράξουν.
»Η επίσημη άποψη πως τον σκότωσαν για να φορτώσουν το έγκλημα στους “δεξιούς” δεν στέκει, αφού δεν έκαναν τίποτα που να τους ενοχοποιεί. Κάλλιστα, μπορούσαν να έχουν σκηνοθετήσει κάτι τέτοιο με τον μηχανισμό που διέθεταν. Μήπως τον σκότωσαν οι Αγγλοι;
»Πράγματι, αρκετοί απέδωσαν το έγκλημα στους Βρετανούς. Ο Κώστας Χατζηαργύρης, που επίσης κατηγορήθηκε ότι αναμείχθηκε στο έγκλημα, κατονόμασε ως δράστη τον Ράνταλ Κόουτς, άνθρωπο της Ιντέλιντζενς Σέρβις στη Θεσσαλονίκη, ο οποίος λίγο προτού βρεθεί ο νεκρός Πολκ έφυγε από την πόλη.
»Επίσης, ο αστυνόμος Πανόπουλος που συμμετείχε στις ανακρίσεις ως εκπρόσωπος της Αστυνομίας Πόλεων είχε αφήσει υπαινιγμούς για τους Αγγλους, αλλά δεν παρουσίασε κανένα στοιχείο για την ενοχή τους.
»Υποτίθεται πως το άγνωστο στοιχείο για την ανάμειξη των Αγγλων το είχε ο Στακτόπουλος, ο οποίος όμως ουδέποτε το αποκάλυψε. Σύμφωνα με τον Μαρή, το συμφέρον των Αμερικανών ήταν να δεχθούν ότι τα πράγματα έγιναν όπως εμφανίστηκαν. Δηλαδή τους βόλευε να θεωρείται το ΚΚΕ υπεύθυνο για το έγκλημα.
»Γράφει: “Ο Πολκ έφθασε σ’ ένα καΐκι… Στο καΐκι τον περίμεναν οι άλλοι κι ο θάνατος. Ποιοι είναι οι άλλοι; Εμείς έχουμε σχηματίσει τη γνώμη μας, αλλά επειδή δεν έχουμε απόδειξη την κρατάμε για τον εαυτό μας”. Και καταλήγει: “Θεωρούμε σχεδόν βέβαιο ότι οι Αμερικανοί ξέρουν ποιοι είναι”.
Οι ανοικτοί φάκελοι της δολοφονίας Πολκ
Σημαντικότατη έρευνα πάνω στη συγκεκριμένη υπόθεση, διεξήγαγε και ο Εντμουντ Κήλυ συγγραφέας του βιβλίου, Φόνος στον Θερμαϊκό. Ο Κήλυ ,με αφορμή της επανέκδοσης του βιβλίου του, το 2010, είχε αναφέρει στο «ΒΗΜΑ» και τον Αναστάσιο Βιστωνίτη:
«ΤΟ ΒΗΜΑ, 6.6.2010, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»
«Εχουν περάσει πάνω από 60 χρόνια από τη δολοφονία του και η υπόθεση παραμένει ανοιχτή. Αμφιβάλλω αν μετά από τόσον καιρό θα βρεθούν οι πραγματικοί ένοχοι αλλά υπάρχει ένα μείζον ζήτημα: η αποκατάσταση της τιμής και της μνήμης ενός ανθρώπου που καταδικάστηκε για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε. Ο Στακτόπουλος ήταν αθώος. Αυτό πλέον είναι κοινή πεποίθηση».