
Από το 2024, η Γαλλία βρίσκεται με μια διευρυμένη κρίση που την ταλανίζει , κρίση που βρίσκει την 2η μεγαλύτερη σε μέγεθος ευρωπαϊκή οικονομία να έχει το υψηλότερο έλλειμμα στην ευρωζώνη, ευρισκόμενη αντιμέτωπη με ένα πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό σπιράλ δύσκολων εξελίξεων.
Και σε αυτή την κρίση που συνεχίζεται, υπάρχουν διακυβεύματα, με κυριότερο αυτό της 8ης Σεπτεμβρίου 2025 : Πως μπορεί να προχωρήσει η Γαλλία, η Γαλλική κοινωνία. Και πάνω σε αυτό το θεμελιώδες ερώτημα, δεν φαίνεται να μπορεί να υπάρχουν απαντήσεις συνθετικού προσανατολισμού, από την στιγμή που είναι υπαρκτός ένας κατακερματισμός ακραίων δυνάμεων , από τα άκρα της Αριστεράς και της Δεξιάς. Και αυτός ρίχνει βαριά την σκιά του στην πολιτική λογική και ευθύνη.
Άρθρο του Γιώργου Α. Ζερβάκη *
Από την περίοδο των ευρωπαϊκών εκλογών του 2024 και τις αιφνιδιαστικές εθνικές εκλογές που προκήρυξε ο Πρόεδρος Μακρόν, δημιουργήθηκαν κοινοβουλευτικά αδιέξοδα, με τις δυνάμεις της ακροδεξιάς και της ακροαριστεράς να λαμβάνουν σημαντικά ποσοστά. Μέσα σε αυτό το εξαιρετικά δύσκολο πλαίσιο, έχει ενδιαφέρον να απαντηθεί από το φιλοευρωπαϊκό γαλλικό πολιτικό σύστημα, τις πολιτικές του δυνάμεις, πως μπορούν να δράσουν με κοινές αναφορές, να διαγνώσουν πως μπορούν να δώσουν απαντήσεις και λύσεις σε κρίσιμα ζητήματα. Εάν αυτό δεν μπορέσει να επιτευχθεί με κοινά αποδεκτά όρια, τότε τα πράγματα θα δυσκολέψουν.
Στην Γαλλία πρέπει να δοθούν συνολικά απαντήσεις επι πολιτικών γεγονότων, επι βασικών αρχών της καθημερινότητας, που ξεπερνούν μια κρίσιμη ψηφοφορία επι του προϋπολογισμού, χρειάζονται εξορθολογισμοί. Εξορθολογισμοί που οφείλουν να λαμβάνουν υπ’όψιν τους ότι η γαλλική οικονομία παρουσιάζει δημοσιονομικό έλλειμμα που ξεπερνάει το 5% του ΑΕΠ, θέτοντας ως στόχο για το 2026 την μείωση του στο 4,6%. Ο στόχος όμως αυτός αποκλίνει σε σημαντικό βαθμό από τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Όλα αυτά τείνουν να συντηρούν μια πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα, η οποία δημιουργεί μείζονα προβλήματα στις αγορές, στο πως μπορεί να διαμορφωθεί η αναγκαία βιωσιμότητα του δημοσιονομικού γαλλικού περιβάλλοντος.
Στο παρόν πολιτικό σκηνικό, με την γαλλική κυβέρνηση μειοψηφίας να βρίσκεται αντιμέτωπη με την πρόταση δυσπιστίας της 8ης Σεπτεμβρίου, με κυρίως τις αντιπολιτευόμενες δυνάμεις των άκρων που θέτουν στόχο τους την καταψήφιση κάθε σχεδίου για τον προϋπολογισμό του 2026, τα γαλλικά κρατικά ομόλογα δέχονται ισχυρές πιέσεις. Χαρακτηριστικό αυτής της εικόνας, είναι το περιθώριο απόδοσης των γαλλικών τίτλων έναντι των αντίστοιχων γερμανικών – που είναι αναφορικός δείκτης για την ευρωπαϊκή αγορά χρέους– αγγίζοντας τα υψηλότερα επίπεδα του έτους. Οι εξελίξεις αυτές πάνω στους γαλλικούς τίτλους αποτυπώνουν έναν ενισχυόμενο επενδυτικό κίνδυνο, που αυτό μετατοπίζεται προς την επιτάχυνση της έλλειψης πολιτικής σταθερότητας , αλλά και περαιτέρω επιτάχυνση της δημοσιονομικής απόκλισης της Γαλλίας από τους ευρωπαϊκούς κανόνες. Και όλα τα αναφερόμενα ως προς το γαλλικό δημόσιο χρέος, πλήττουν την πολιτική και οικονομική αξιοπιστία.
Όμως η Γαλλία δεν βρίσκεται σε αυτό το στάδιο αντιμέτωπη με άμεση αδυναμία εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους της, δεν αντιμετωπίζει προβλήματα ως προς το ισοζύγιο πληρωμών, για αυτό και επιβάλλεται να δημιουργηθούν οι συνθήκες για πολιτική σταθερότητα, που θα φέρουν εχέγγυα για το πως θα εφαρμόζονται αξιόπιστες δημοσιονομικές πολιτικές.
Εάν από την ψηφοφορία στην Γαλλική Εθνοσυνέλευση, τεθούν σε κίνδυνο η υφιστάμενη πολιτική σταθερότητα και όσα αυτή καθορίζει, θα δημιουργηθούν φαινόμενα που θα επιτείνουν την πίεση που υφίσταται η γαλλική οικονομία, με την αύξηση του κόστους δανεισμού. Και ας μην μας διαφεύγει ότι η Γαλλική Δημοκρατία είναι βασικός πυλώνας της ευρωπαϊκής ενοποίησης, της ευρωζώνης.
Η 8η Σεπτεμβρίου λοιπόν θα διαμορφώσει καθοριστικά για το επόμενο χρονικό διάστημα την διαχειριστικότητα του γαλλικού δημόσιου χρέους, την προσαρμοστικότητα του ελλείμματος και όλα αυτά απαιτούν να εξασφαλίζονται πολιτικές συναινετικές κατευθύνσεις ως προς τα οικονομικά ζητήματα, γιατί αυτά θα κρίνουν την μεσοπρόθεσμη πορεία της χώρας, αλλά και φυσικά θα επηρεάσουν τις εξελίξεις του ευρύτερου κοινοτικού περιβάλλοντος. Η Γαλλία έχει μπροστά της της δημοτικές εκλογές του 2026, αλλά και τις προεδρικές εκλογές του 2027. Και στην πολιτική αυτή συγκυρία, η συνέχεια ενός παρατεταμένου κατακερματισμού, με τις αδιάλλακτες στάσεις αντιπολιτευόμενων κομμάτων, το ερώτημα είναι η αποφυγή περαιτέρω κρίσης. Και η εβδομάδα αυτή θα δείξει σε ποιο βαθμό μπορεί να επηρεάσει την πορεία της γαλλικής διακυβέρνησης, την ίδια την κοινοτική συνοχή.
* Ο κ. Γιώργος Α. Ζερβάκης , είναι εκπρόσωπος των Ευρωπαίων Φεντεραλιστών Κρήτης. Το άρθρο έχει γραφεί για τον ιστότοπο Politica.gr