Κλιματική κρίση: Ανοχύρωτη η Αττική σε ακραίες πλημμύρες τύπου Daniel μετά τις μεγάλες δασικές φωτιές

Δεν φαίνεται να επαρκεί η θωράκιση της Αττικής απέναντι σε ακραίες πλημμύρες μετά και τις μεγάλες πυρκαγιές που έχουν «καταπιεί» σημαντικές εκτάσεις δασών γύρω από το Λεκανοπέδιο. Την ίδια ώρα οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι τα έντονα καιρικά φαινόμενα λόγω κλιματικής κρίσης αναμένεται να ενταθούν τα επόμενα χρόνια.
Στην Ανατολική Μεσόγειο τα τελευταία 20 χρόνια υπάρχει αύξηση 85% ειδικά στις πολύ ακραίες πλημμύρες
Σύμφωνα με τον καθηγητή Φυσικών Καταστροφών στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και Ακαδημαϊκό, Κώστα Συνολάκη, η κλιματική κρίση έχει αλλάξει σε θεαματικό βαθμό τα δεδομένα. «Είναι υπεύθυνη και για την αυξημένη πλέον συχνότητα ακραίων φαινομένων και για την αυξημένη έντασή τους. Αυτό που μπορώ να πω με περισσότερη βεβαιότητα είναι ότι θα έχουμε στην Ελλάδα κυκλώνες σαν τον Daniel αρκετά πιο συχνά. Δεν ξέρω πόσο συχνά, αλλά συχνά» έχει δηλώσει στο πρόσφατο παρελθόν.
Από την άλλη, έχουμε ολοένα πιο ακραίες πυρκαγιές λόγω της παρατεταμένης ξηρασίας σε πολλές περιοχές της Ελλάδας και της Ευρώπης εν γένει, οι οποίες αποτελούν εξόχως επιβαρυντικό παράγοντα για πλημμυρικά φαινόμενα. Αυτό διότι η χλωρίδα επιδρά θετικά στην απορροή των ομβρίων υδάτων, καθώς οι ρίζες δέντρων και λοιπών φυτών απορροφούν μεγάλες ποσότητες του νερού της βροχής συγκρατώντας σημαντικό μέρος του που θα κατέληγε σε ρέματα.
Ανέτοιμη η Αττική για ακραία καιρικά φαινόμενα
«Οι υποδομές της Αττικής δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε ακραία φαινόμενα όπως η καταιγίδα Daniel που έπληξε τη Θεσσαλία πριν από δύο χρόνια ή η πλημμύρα της Βαλένθια» πέρυσι τον Νοέμβριο, τονίζει ο Μιχάλης Διακάκης, επίκουρος Καθηγητής Ακραίων Φαινομένων και Φυσικών Καταστροφών του τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για το θέμα της αντιπλημμυρικής θωράκισης της πόλης.
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο ίδιος προσθέτει ότι «αν συνυπολογίσουμε ότι την τελευταία δεκαετία η Αττική έχει χάσει ένα πολύ μεγάλο ποσοστό δασών, οδηγούμαστε στην εκτίμηση ότι τα πλημμυρικά φαινόμενα αναμένεται να είναι πιο έντονα στην περιοχή στα επόμενα χρόνια».
Ερωτηθείς κατά πόσο θα μπορούσε να βοηθήσει η κατασκευή ενός φράγματος στην περιοχή του Κόκκινου Μύλου, από το οποίο τα νερά θα απελευθερώνονται σταδιακά για να μην πλημμυρίζουν χαμηλότερες περιοχές – Περιστέρι, Αιγάλεω, Ρέντης -, ο κ. Διακάκης εξηγεί ότι «κατά καιρούς έχουν εκπονηθεί διάφορα έργα και μελέτες σχεδίασης αντιπλημμυρικών κατά μήκος του Κηφισού και των παραποτάμων. Τα περισσότερα από αυτά μπορούν να έχουν θετικό αποτύπωμα στο πρόβλημα των πλημμυρών».
Ωστόσο, όπως λέει, «θα πρέπει να εκπονηθούν όχι αποσπασματικά αλλά στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης παρέμβασης όπου θα χρησιμοποιήσουμε όλα τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας, συνδυάζοντας την ανάσχεση τη ροή των υδάτων στα ανάντη (στους ορεινούς όγκους), την εκπαίδευση των πολιτών, την ανανέωση των υποδομών και των υδραυλικών έργων και τη σταδιακή διάνοιξη οδών για το νερό».
Γιατί αυξάνονται οι πλημμύρες που έχουν καταστροφικές συνέπειες
Σύμφωνα με τον κ. Διακάκη, η αύξηση των πλημμυρών καταγράφεται σε μεγαλύτερο βαθμό τις τελευταίες δύο δεκαετίες στην ευρύτερη περιοχή μας. Πρόσφατη έρευνα του ΕΚΠΑ σε συνεργασία με το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών κατέδειξε μια πολύ σημαντική αύξηση της τάξης του 85% ειδικά των πολύ ακραίων πλημμυρών στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Μάλιστα «τα τελευταία χρόνια έχουμε δει γεγονότα (όπως η καταιγίδα Daniel) που καταγράφουν ρεκόρ σε ό,τι αφορά τα φυσικά μεγέθη, το κόστος των επιπτώσεων αλλά και τον αριθμό νεκρών που προκαλούν στην ευρύτερη περιοχή. Βασικό στοιχείο που συμβάλει στην αύξηση αυτή είναι η κλιματική αλλαγή, η οποία έχει επηρεάσει σημαντικά την ατμόσφαιρα, και στην περιοχή της Μεσογείου που είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη οδηγεί σε φαινόμενα όπως η αύξηση της θερμοκρασίας του αέρα και της θάλασσας».
Ταυτόχρονα, συνεχίζει ο καθηγητής, συμβάλλει και η αλληλεπίδραση των πλημμυρών με ολοένα και περισσότερες κρίσιμες υποδομές και κοινωνικοοικονομικές δραστηριότητες, οι οποίες παρουσιάζουν πλέον σημαντική διασύνδεση και αλληλεξάρτηση μεταξύ τους αυξάνοντας σημαντικά τις επιπτώσεις.
Ερωτηθείς για το πόσο θωρακισμένη θα πρέπει να θεωρείται η Αττική από τις πλημμύρες ενόψει του χειμώνα, ο ίδιος είπε ότι «η Αττική και ιδίως το οικιστικό σύνολο της πρωτεύουσας είναι μια περιοχή χτισμένη και διαμορφωμένη με τις ανάγκες του περασμένου αιώνα, με πολύ φτωχό συνολικό σχεδιασμό και βεβαίως πολύ περιορισμένη μέριμνα σε ό,τι αφορά την αντιπλημμυρική προστασία».
Και πρόσθεσε: «Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, που η ανάγκη της προστασίας από τις πλημμύρες έχει αναδειχθεί ως σημαντική προτεραιότητα, έχουν προχωρήσει πολυάριθμα έργα τα οποία βελτιώνουν τις συνθήκες απορροής και μειώνουν τον κίνδυνο, τα οποία όμως μπορούν να ανταποκριθούν σε φαινόμενα έως μέσης έντασης και μάλιστα όχι σε όλες τις τοποθεσίες. Είναι δηλαδή μια περιοχή που δεν είναι διαμορφωμένη για το κλίμα του παρόντος και του μέλλοντος, της οποίας οι υποδομές δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε ακραία φαινόμενα όπως η καταιγίδα Daniel».
Ερωτηθείς για τα κονδύλια που απαιτούνται για αντιπλημμυρικά έργα, ο καθηγητής δήλωσε ότι όντως «τα αντιπλημμυρικά έργα αποτελούν πολύ ακριβές υποδομές, οι οποίες αποδίδουν μεν οικονομικά σε μακροχρόνια βάση, αλλά απαιτούν πολύ σημαντικά κεφάλαια για να υλοποιηθούν με σωστό τρόπο. Είναι όμως επιβεβλημένο να υλοποιούνται για την προστασία της ανθρώπινης ζωής και περιουσίας, ειδικά λόγω της κλιματικής κρίσης, λαμβάνοντας πάντα υπόψη τις δυνατότητες του προϋπολογισμού».
Τέλος, για το κλείσιμο των ρεμάτων και την απομείωση των κρίσιμων διατομών, ο κ. Διακάκης τόνισε ότι είναι από τους πιο επιβαρυντικούς παράγοντες στο ζήτημα των πλημμυρών στη χώρα μας, και ειδικότερα στις παράκτιες περιοχές. «Η ομαλή αποστράγγιση των υδάτων από τον άνω ρου των λεκανών απορροής, ειδικά κατά τη διάρκεια ισχυρών καταιγίδων και με την παρουσία φερτών υλικών αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τη μείωση του κινδύνου πλημμυρών» υπογράμμισε ο ίδιος καταληκτικά.