
Της Γκρέτας Χριστοφιλοπούλου
Υπάρχουν στιγμές που η πραγματικότητα κάνει το σχόλιο μόνη της. Δεν χρειάζονται αναλύσεις, μόνο δύο εικόνες.
Στην πρώτη: ένας Ρούπας. Παντελώς άγνωστος κωμικός, αριστερόστροφος μάγκας, επαναστάτης των social. Μίλησε για την ελληνική σημαία με τρόπο που ούτε σε καφενείο δεν θα γινόταν ανεκτός, και όπως ήταν φυσικό, ο χορηγός του πήρε δρόμο. Αντί να πει «λάθος μου», βγήκε να κλαφτεί, να μιλήσει για συνωμοσίες, να μας θεωρήσει φασίστες και να απειλήσει με μηνύσεις. Δηλαδή, το κλασικό ελληνικό θύμα που στήνει μόνο του τη φάκα και μετά βρίζει το ποντίκι.
Στη δεύτερη: η Γλυκερία. Μια καλλιτέχνης που δεν χρειάζεται συστάσεις, γιατί έχει κερδίσει το κοινό της με δουλειά και ταπεινότητα. Στοχοποιήθηκε από την «προοδευτική» αριστερά επειδή τόλμησε να τραγουδήσει για το Ισραήλ. Δεν έκανε διάλεξη στη Χάγη, δεν έγραψε άρθρο στη «Χααρέτζ» δεν γκάειζε περί φρίαλεσταιν. Δουλειά πήγε να κάνει. Όμως οι αυτόκλητοι θεματοφύλακες της ελευθερίας την καταδίκασαν και της ακύρωσαν τις συναυλίες. Δηλαδή της απαγόρευσαν να δουλεύει και να ζει.
Και η Γλυκερία, δεν έβγαλε κιχ. Καμία κλάψα, καμία απειλή, καμία επίδειξη θυματοποίησης. Μόνο σιωπή και αξιοπρέπεια.
Κι εδώ μπαίνει το αριστερό ήθος: Όταν βρίζεις την Ελλάδα, είσαι «προοδευτικός». Κι αν χάσεις τον χορηγό, γίνεσαι και «μάρτυρας».
Όταν τραγουδάς για να ζήσεις, είσαι «ανεπιθύμητος». Κι αν σου κόψουν τη δουλειά, φταις εσύ που δεν ήσουν «ευθυγραμμισμένος».
Δύο πρόσωπα, δύο στάσεις, μία χώρα που χειροκροτεί τον θόρυβο και φιμώνει τη φωνή.
Κι ύστερα αναρωτιόμαστε γιατί η τέχνη πεθαίνει και γιατί ο δημόσιος λόγος καταντάει η κλάψα Ρούπα.