Η πόλωση αμερικανικού τύπου εξαπλώνεται στον κόσμο – Ο ρόλος των social media

Δημοσιεύτηκε στις 08/11/2025 20:51

Η πόλωση αμερικανικού τύπου εξαπλώνεται στον κόσμο – Ο ρόλος των social media

Αν κάποιος κοιτάξει προς τις ΗΠΑ και τον τρόπο με τον οποίο γίνεται ο πολιτικός διάλογος, μπορεί εύκολα να διαπιστώσει ότι το κύριο χαρακτηριστικό είναι η πόλωση. Ο «διάλογος», αν κάποιος μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτόν τον όρο, γίνεται μέσω των social media. Τα οποία έχουν κατηγορηθεί -ίσως όχι αδίκως- ότι γίνονται άρμα πολιτικής χειραγώγησης.

Αλλά όχι με κατάθεση απόψεων ή θέσεων. Κυρίως μέσω προσωπικών επιθέσεων ή ακροτήτων, που προκαλούν αισθήματα, παρά σκέψη και προβληματισμό. Ακόμη και επικίνδυνο εθισμό. Ο Αμερικανός πρόεδρος, μέσω των λογαριασμών του, αλλά και του λογαριασμού του Λευκού Οίκου, είναι μάλλον ο πρώτος διδάξας. Κάνοντας χρήση της τεχνητής νοημοσύνης, παρουσιάζει τον εαυτό του από βασιλιά έως ακόμη και Πάπα. Ενώ, στις πρόσφατες διαδηλώσεις «No King» ανέβασε βίντεο ΑΙ, όπου εμφανίστηκε να οδηγεί πολεμικό αεροσκάφος και να βομβαρδίζει με περιττώματα τους διαδηλωτές.

Τα εμπορικά κίνητρα τηλεοπτικών δικτύων βοήθησαν στη σπορά της διχόνοιας

Στην Καλιφόρνια, ο Δημοκρατικός κυβερνήτης Γκάβιν Νιούσομ, φαίνεται ότι υιοθετεί τη στρατηγική των επιθέσεων στον Αμερικανό πρόεδρο μέσω social media. Κάπως πιο κομψά, αλλά σαφώς επιθετικά.

Πλέον αυτού του είδους η πόλωση, η οποία επικεντρώνεται σε θέματα που μπορούν εύκολα να διχάσουν (μεταναστευτικό, φυλετικά ζητήματα, φορολογία κ.λπ.) φαίνεται ότι «κατακτά» και άλλες χώρες της Δύσης. Και δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος social media, ψηφοφόρων, πολιτικών.

Η έρευνα των ΜΙΤ-Χάρβαρντ

Με αφορμή τις ΗΠΑ, οι οικονομολόγοι Σακίντ Νόι και Αακάας Ράο, των πανεπιστημίων ΜΙΤ και Χάρβαρντ αντίστοιχα, ερεύνησαν τον ρόλο της τηλεόρασης και των social media στην αύξηση της πόλωσης, της διχόνοιας και των αρνητικών συναισθημάτων. Και διαπίστωσαν ότι το πρωτοφανές για πολλές δεκαετίες κλίμα εχθρότητας που επικρατεί στις ΗΠΑ, καλλιεργείται σε μεγάλο βαθμό στις οθόνες.

Στο βιβλίο τους «Οι Μπίζνες του Πολιτιστικού Πολέμου» (The Business of the Culture War), οι Νόι και Ράο χρησιμοποιούν δεδομένα τηλεθέασης δευτερόλεπτο προς δευτερόλεπτο των καλωδιακών ειδησεογραφικών καναλιών. Στόχος τους, να δείξουν πώς τα εμπορικά κίνητρα των δικτύων αυτών βοήθησαν στη σπορά της διχόνοιας όχι μόνο μεταξύ των τηλεθεατών τους αλλά και σε ολόκληρη την Αμερική.

Και το έκαναν αυτό, βασιζόμενα στη γνώση ότι το περιεχόμενο που σχετίζεται με το έγκλημα, τη μετανάστευση, τη φυλή, το φύλο και την κριτική κατά των ελίτ αυξάνει με βεβαιότητα τα ποσοστά τηλεθέασης. Συνεπώς και τα διαφημιστικά ή άλλα έσοδά τους. Θέματα όπως η οικονομία και η υγειονομική περίθαλψη δεν «γαργαλάνε» τόσο το ενδιαφέρον του τηλεοπτικού κοινού, που αλλάζει συνήθως κανάλι.

Ακολουθώντας αυτήν τη στρατηγική, μετατόπισαν την κάλυψη κυρίως σε θέματα «πολιτισμικού πολέμου», δίνοντας λιγότερο χρόνο στα κοινωνικοοικονομικά θέματα. Έτσι, οδήγησαν και τους πολίτες-ψηφοφόρους να αξιολογούν αυτά τα ζητήματα ως πιο σημαντικά. Στη συνέχεια ακολούθησαν οι πολιτικοί, που κάνουν τις εκστρατείες τους με βάση θέματα «κουλτούρας».

Οι Νόι και Ράο, με βάση τα ευρήματα της έρευνάς τους,  εκτιμούν ότι η εμφάνιση και η ανάπτυξη των ειδήσεων μέσω καλωδιακής τηλεόρασης μπορεί να ευθύνεται για το ένα τρίτο της αύξησης των πολιτισμικών συγκρούσεων στις ΗΠΑ από το 2000.

Και μετά τα social media

Παράλληλα με τη μελέτη των Νόι και Ράο, έρευνα για την επίδραση των social media πραγματοποιήθηκε από ερευνητές του Πανεπιστημίου Northwestern και του Πανεπιστημίου του Σικάγο. Σε αυτήν οι επιστήμονες εντοπίζουν αξιοσημείωτες ομοιότητες στη δυναμική που διαμορφώνεται από τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.

Οι ερευνητές προσομοίωσαν μια εφαρμογή social media και την τροφοδότησαν με εκατοντάδες αναρτήσεις. Στη συνέχεια παρακολούθησαν πώς άλλαζαν οι τύποι περιεχομένου που εμφανίζονταν στις ροές των χρηστών. Ποια ήταν αντίδρασή τους όταν η εφαρμογή απλώς τους έδειχνε ένα αντιπροσωπευτικό μείγμα όλων των αναρτήσεων, συνιστούσε τις αναρτήσεις που τους άρεσαν ή κοινοποιήθηκαν περισσότερο από άλλους. Και πώς όταν προσομοίωνε έναν αλγόριθμο τύπου TikTok που εμφάνιζε αναρτήσεις ανάλογα με το πόσο χρόνο τις κοιτούσαν άλλοι άνθρωποι.

Αυτό που διαπίστωσαν ήταν ότι εντυπωσιακά παρόμοιο με αυτό που συμβαίνει με τα τηλεοπτικά προγράμματα.

Σε σχέση με το παράδειγμα της απλής παρουσίασης στους ανθρώπους ενός ομοιόμορφου μείγματος περιεχομένου, ο αλγόριθμος προτάσεων που βασίζεται στα likes και τα shares, δηλαδή στη βασική λειτουργία των social media, ενίσχυε σταθερά τις αναρτήσεις που επαινούσαν την εσωτερική ομάδα του θεατή και κατηγορούσαν την εξωτερική ομάδα του. Επιπλέον, προωθούσε πολύ περισσότερα «πολιτικά» μηνύματα στις ροές των ανθρώπων.

«Διχαστικός αλγόριθμος»

Ο αλγόριθμος τύπου TikTok, ο οποίος αντικατέστησε τα ενεργά likes και τα shares με πιο ανεπαίσθητα μέτρα παθητικής, ασυνείδητης εμπλοκής, είχε παρόμοια αποτελέσματα στην ενίσχυση του διχαστικού πολιτικού περιεχομένου. Επιπλέον, έφερε στην επιφάνεια πολύ περισσότερο αρνητικό περιεχόμενο: δηλαδή επιθέσεις σε εξωτερικές ομάδες, και όχι περιεχόμενο που επαινεί τα μέλη της ομάδας.

Σχολιάζοντας τις δύο αυτές έρευνες, ο αρθρογράφος των Financial Times Τζον Μπερν-Μέρντοχ, εκτιμά ότι τα αποτελέσματά τους βοηθούν να εξηγηθεί ο χρόνος αύξησης του κοινωνικού διχασμού και της μόνιμης δυσαρέσκειας και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Επίσης ότι εξηγεί και αρκετές άλλες σύγχρονες κοινωνικές τάσεις. Και καθώς οι νέοι αυξάνουν όλο και περισσότερο την ενασχόλησή τους με τα social media, τόσο αυξάνεται το χάσμα στις πολιτικές στάσεις και προτεραιότητές τους. Ακόμη και μεταξύ ανδρών και γυναικών.

Το στοίχημα της Κεντροαριστεράς

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι πολιτικοί της Κεντροαριστεράς βρίσκονται μπροστά σε ένα δίλημμα: ουσία ή θέαμα. Κατά κανόνα, λέει ο Μπερν-Μέρντοχ, οι κεντροαριστεροί πολιτικοί προτιμούν να κάνουν προεκλογική εκστρατεία για οικονομικά ζητήματα, και να πετύχουν τους στόχους τους έτσι. Το πρόσφατο παράδειγμα του Ζόχραν Μαμντάνι, που κέρδισε τη Νέα Υόρκη, αποδεικνύει ότι αυτό μπορεί να ισχύσει. Ωστόσο, συχνά βρίσκονται αντιμέτωποι με τις μετρήσεις που δείχνουν ότι το κοινό «αγαπάει» τα θέματα πολιτισμικού πολέμου. Αυτό είναι πεδίο στο οποίο συνήθως έχει προβάδισμα η Δεξιά. Η ήττα της Κάμαλα Χάρις, για παράδειγμα, αποδόθηκε από την «αριστερή» πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος (Μπέρνι Σάντερς κ.λπ.) στο γεγονός αυτό. Ότι, αντί να αναδείξει τα θέματα κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής, να ασχοληθεί με τα πραγματικά προβλήματα, να δώσει όραμα, προσπάθησε να «παίξει μπάλα» στο γήπεδο του Ντόναλντ Τραμπ και των Ρεπουμπλικάνων. Δηλαδή οπλοκατοχή, μετανάστευση, κ.λπ.

Θα ήταν ασφαλώς αφελές να αποδώσουμε όλες τις πολιτικές εξελίξεις στη «φαύλη» λειτουργία των social media ή των ΜΜΕ. Ωστόσο, όπως επισημαίνει και ο Τζον Μπερν-Μέρντοχ, δεν μπορεί να είναι απλή σύμπτωση οι «παράλληλες σεισμικές ρωγμές» στο περιβάλλον πληροφόρησης και κοινωνικοπολιτικής συνοχής.

© Πηγή: In.gr


Περισσότερα Video

Ακολουθήστε το Politica στο Google News και στο Facebook