Ο Γεραπετρίτης «καρφώνει» τους επικριτές του: Ας σταθεί ο καθένας ενώπιον των ευθυνών του

Τα βέλη τους προς όλους όσους ασκούν κριτική για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, με φόντο – μεταξύ άλλων – τις δηλώσεις του πρώην πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά, και όχι μόνο, έστρεψε ο Υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης κατά την ομιλία του στο «Athens Security Forum 2025».
Στιγμές ευθύνης για όλους
Ο Γεραπετρίτης στην κριτική του έκανε λόγο για μία «στιγμή της ευθύνης για όλους», εκφράζοντας τη δυσαρέσκεια του για τις «εύπεπτες προτάσεις», τους «αφορισμούς για την ελληνική εξωτερική πολιτική», αλλά και τις «πολύ εύκολες λύσεις για σύνθετα ζητήματα». Σημειώνοντας μάλιστα ότι «είναι πάρα πολύ σημαντικό να έχουμε μια κατανόηση βάθους για τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής» και φέρνοντας ως παράδειγα «αυτό, το οποίο συνέβη με την ενεργειακή συνεργασία μεταξύ Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών», το οποίο όπως είπε «δεν ήταν τυχαίο. Και δεν είναι μόνο ενέργεια. Οτιδήποτε συμβαίνει απηχεί στην πραγματικότητα και στην εξωτερική μας πολιτική και τη διεθνή μας θέση».
Για να προσθέσει πως βλέπουμε «τη σημασία που αποδίδεται στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας της οικονομίας μας, στην ενίσχυση της άμυνας και στην ενίσχυση των διεθνών ερεισμάτων μας», υπογραμμίζοντας ότι «αυτό απαιτεί επαγγελματισμό και όχι ευχολόγια».
Η πραγματικότητα μας προδίδει όλους
Σύμφωνα με το Γεραπετρίτη δε «η εξωτερική πολιτική είναι ένα θέμα αντικειμενικών δεδομένων». Κάτι που χαρακτήρισε ευτυχές αφού «ο καθένας μπορεί να κάνει την κριτική του για τα θέματα εξωτερικής πολιτικής, αλλά πολλές φορές η πραγματικότητα μας προδίδει όλους».
Έμμεση κριτική και στον Δένδια
Ασκώντας έμμεση κριτική και στον προκάτοχο του, Νίκο Δένδια, σήμερα Υπουργό Εθνικής Άμυνας, ο Γεραπετρίτης αρνήθηκε να κάνει σύνοψη όπως είπε της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής της τελευταίας διετίας, ωστόσο ζήτησε από τους παριστάμενους να σκεφτούν «πού ήμασταν πριν από δύο, δυόμιση χρόνια και πού είμαστε σήμερα. Και δεν θα μιλήσω για τα απλά, τα καθημερινά. Θα μιλήσω για το γεγονός ότι το Κυπριακό αυτή τη στιγμή βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της ατζέντας του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ενόσω ήταν επί μακρόν αδρανές, θα μιλήσω για τη Λιβύη και τη Συρία που είμαστε ενεργώς δρώντες. Θα μιλήσω για τη σχέση μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, που πολλοί μας κατηγορούσαν ότι δεν είχαμε καμία διείσδυση στη νέα αμερικανική διοίκηση. Θα μιλήσω για τις διεθνείς μας συνεργασίες, για το Συμβούλιο Ασφαλείας, θα μιλήσω για τα ενεργειακά, για τα γεωπολιτικά. Νομίζω ότι η πραγματικότητα ξεπερνάει την οποιαδήποτε προβολή του καθενός».
Ο Γεραπετρίτης για τον κατευνασμό
Απαντώντας στο ερώτημα αν υπάρχει κατευνασμός εκ μέρους τη ςκυβέρνησης και αν η μεγάλη εικόνα στα ελληνοτουρκικά είναι ότι υπάρχει αλλαγή διάθεσης ή στην πραγματικότητα αναγνωρίζουμε ότι μια προβληματική κατάσταση επιδιώκουμε να την κρατάμε εν υπνώσει και να κερδίζουμε χρόνο, ο Γεραπετρίτης απάντησε αρνητικά λέγοντας πως «δεν είναι θέμα να κερδίζουμε χρόνο. Και επίσης, ξέρετε πολλές φορές ακούω τα ζητήματα της Τουρκίας να έρχονται στην επιφάνεια. Καταλαβαίνω τα ιστορικά βάρη του παρελθόντος και αντιλαμβάνομαι το βάρος του να βρίσκεσαι σε μια γεωγραφία, η οποία έχει τέτοιου τύπου ιστορικούς δεσμούς».
Υποστήριξε ωστόσο ότι «η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει φτάσει σε αυτό το επίπεδο διεθνούς αυτάρκειας και αυτοπεποίθησης που δεν χρειάζεται να ετεροπροσδιορίζεται».
Στηλίτευσε την προβολή θέσεων απόστρατων στρατωτικών και διπλωματών της Τουρκίας λέγοντας πως η πραγματικότητα είναι ότι η Ελλάδα «έχει δρομολογήσει μια διεθνή πορεία, η οποία είναι και ανεξάρτητη και από την Τουρκία και από τον καθένα. Η Ελλάδα, αυτή τη στιγμή, δεν χρειάζεται να λειτουργεί στο διπλωματικό επίπεδο έχοντας το ένα μάτι στο τι συμβαίνει στην Τουρκία».
Μιλώντας δε συγκεκριμένα για τα ελληνοτουρκικά απέρριψε την κριτική ότι η Ελλάδα κερδίζει χρόνο.
Η τελευταία διετία της εξωτερικής πολιτικής
Αναφερόμενος στα δύο χρόνια της δικής του θητείας στο ΥΠΕΞ επεσήμανε ότι ο χρόνος, ο πολιτικός, ο διπλωματικός, ήταν πάρα πολύ πυκνός.
Αναφέρθηκε στην Διακήρυξη των Αθηνών λέγοντας πως έχουν περάσει μόνο δύο χρόνια και όμως έχουν γίνει πολλά, συμπεριλαμβάνοντας σε αυτά τις εξελίξεις σε θέματα διμερούς εμπορίου Ελλάδας – Τουρκίας, σε επίπεδο πρόληψης μεταναστευτικών ροών, σε επίπεδο συντονισμού στην πολιτική προστασία, σε ό,τι αφορά τον περιορισμό των παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου, αλλά και σε όσα έχουν γίνει με στόχο όπως είπε «να προλαμβάνουμε τις κρίσεις, γιατί κανείς δεν θέλει υπό την παρούσα διπλωματική γεωπολιτική συγκυρία να έχει κρίσεις. Άρα, η άποψή μου είναι ότι έχουν γίνει πάρα πολλά».
Σύμφωνα με ετο Γεραπετρίτη δε «οφείλουμε και έναντι της ιστορίας και έναντι των επόμενων γενεών να εξομαλύνουμε τις σχέσεις με την Τουρκία και να την αντιλαμβανόμαστε ως μία κανονική γειτονική σχέση. Έχοντας πει αυτό, να πω το αυτονόητο. Βεβαίως, δεν λύθηκαν τα προβλήματα με την Τουρκία, αλλά είναι δυνατόν να υπάρχει έστω και ένας σε αυτή την αίθουσα, πολλώ δε μάλλον ο Υπουργός Εξωτερικών, που να πιστεύει ότι σε δύο χρόνια, ως δια μαγείας, θα λύνονταν προβλήματα, τα οποία βρίσκονται στο τραπέζι επί δεκαετίες; Φυσικά και όχι. Διότι όταν προσπαθείς να χτίσεις κάτι, το πρώτο που δρομολογείς είναι να καταστήσεις τη σχέση λειτουργική και στη συνέχεια να μπορείς να αντιμετωπίζεις τα εύκολα και στη συνέχεια τα πιο δύσκολα».
Αναγνώρισε ότι «μέχρι στιγμής δεν έχουμε καταφέρει να μπούμε στο μεγάλο μας αγκάθι, δηλαδή στην οριοθέτηση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας» για να προσθέσει ωστόσο την αισιοδοξία οτυ ότι «ακόμα υπάρχει η δυνατότητα να βρεθεί τρόπος έτσι ώστε να μπορέσουμε να συζητήσουμε τα ζητήματα αυτά, διότι η έλλειψη οριοθέτησης, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, αναπαράγει πάντοτε εντάσεις».
Όλες οι κυβερνήσεις ασχολήθηκαν με τα ελληνοτουρκικά και η κριτική στο Σαμαρά
Αναφερόμενος στο σύνολο των κυβερνήσεων και των πρωθυπουργών – άρα και του Αντώνη Σαμαρά – από τη μεταπολίτευση και μετά είπε ότι ασχολήθηκαν με τα ελληνοτουρκικά, επανέλαβε ότι πραγματοποιήθηκαν 64 γύροι διερευνητικών επαφών και «δυστυχώς δεν παρήχθη το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Αντιθέτως, πολλές φορές διαπιστώναμε, ότι από τον ένα γύρο διερευνητικών επαφών στον άλλο, οι ελληνικές θέσεις είχαν υποβαθμισθεί».
Για να σημειώσει ότι σήμερα «η θέση της Ελλάδας απέναντι στα ζητήματα αυτά δεν ήταν ποτέ πιο ισχυρή. Διότι έχουμε στο τραπέζι επιχειρήματα, τα οποία δεν υπήρχαν διότι μεριμνήσαμε, την τελευταία διετία, να βάλουμε στο τραπέζι εκείνα, τα οποία κάποιοι έλεγαν ότι φοβόμαστε να τα θέσουμε. Λοιπόν, τα πράγματα είναι απλά: και Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός, και Θαλάσσια Πάρκα και Chevron και Exxon, και πλήρης αυτοπεποίθηση. Και με την αυτοπεποίθηση αυτή θα πορευθούμε».
Υποστήριξε ακόμα πως ως Ελλάδα «θέλουμε την ειρήνη και την ευημερία, θέλουμε τη συνεργασία με όλους τους γείτονές μας, θα το επιδιώξουμε. Προφανώς χωρίς εκπτώσεις στις εθνικές κόκκινες γραμμές. Κανένας Υπουργός Εξωτερικών δεν θα το έκανε, ούτε θα το πράξω εγώ ποτέ».
Καταλήγοντας στην τοποθέτηση του ο Γεραπετρίτης είπε πως πρέπει ο καθένας να «τεθεί ενώπιον των ευθυνών του, διότι είναι μια σημαντική ιστορική στιγμή. Αυτή τη στιγμή η γεωπολιτική σκακιέρα είναι πάρα πολύ σύνθετη. Μας καλεί να πάρουμε μεγάλες αποφάσεις, να πάρουμε μεγάλες πρωτοβουλίες. Και εγώ αισθάνομαι κάθε μέρα που υπηρετώ στο Υπουργείο Εξωτερικών ένα μεγάλο χρέος απέναντι στις επόμενες γενιές, να παραδώσω τη χώρα μου σε ό,τι αφορά την εθνική διπλωματία σε μία καλύτερη θέση και σε μία ειρηνική γειτονιά».