«Την αποκαλούσαν τρελή» – H γυναίκα που αποκάλυψε το σκάνδαλο Watergate ναρκώθηκε και απήχθη

Το τηλεφώνημα έγινε πέντε ημέρες μετά τη διάρρηξη του Watergate. Η Μάρθα Μίτσελ άρχισε να λέει σε μία δημοσιογράφο ότι θα εγκατέλειπε τον σύζυγό της, τον πρώην Γενικό Εισαγγελέα των ΗΠΑ, Τζον Μίτσελ, αν δεν απομακρυνόταν από τη «βρώμικη δουλειά» της πολιτικής.
Όμως η συζήτηση τελείωσε απότομα και η Μίτσελ ακούστηκε να φωνάζει: «Άσε με φύγε, φύγε!». Στη συνέχεια η γραμμή χάθηκε. Ένας πρώην πράκτορας του FBI τη φίμωσε, τη νάρκωσε με τη βία και την κράτησε αιχμάλωτη για μέρες.
Η Μίτσελ θα έβλεπε επίσης τη φήμη της να καταστρέφεται από πιστούς του τότε προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον, εξαιτίας των όσων γνώριζε για το Watergate – καταδικάζοντάς την να γίνει μια από τις σκοτεινές φιγούρες του μεγαλύτερου πολιτικού σκανδάλου του 20ού αιώνα.
Μάρθα Μίτσελ και Τρούμαν Καπότε / Wikimedia Commons
Συναγερμός για τις λαμογιές του Νίξον
Αυτή φήμη άλλαξε μόλις πρόσφατα, το 2022, όταν τη διάσημη κοσμική κυρία της δεκαετίας του 1970 υποδύθηκε στη μεγάλη οθόνη η χολιγουντιανή ηθοποιός Τζούλια Ρόμπερτς στο Gaslit, ένα τηλεοπτικό δράμα οκτώ επεισοδίων με συμπρωταγωνιστές τον Σον Πεν ως Τζον Μίτσελ και τον Νταν Στίβενς ως σύμβουλο του Λευκού Οίκου, Τζον Ντιν.
Η σειρά του αμερικανικού δικτύου Starz ακολούθησε το κύμα βιβλίων, εκθέσεων και ταινιών με αφορμή την 50ή επέτειο της διάρρηξης της εθνικής έδρας των Δημοκρατικών στο συγκρότημα του Watergate και φώτισε τον ξεχασμένο ως επί το πλείστον ρόλο μιας γυναίκας που πλήρωσε τραγικό τίμημα επειδή προσπάθησε να σημάνει συναγερμό για τις λαμογιές του Νίξον.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Η Μίτσελ έμαθε βασικές λεπτομέρειες για το Watergate σε μεγάλο βαθμό από το να κρυφακούει τα τηλεφωνήματα και τις συναντήσεις του συζύγου της και να ψάχνει τα χαρτιά του
«Ήταν η πληροφοριοδότης και τη σεβόμαστε σήμερα»
«Την απήγαγαν, τη φίμωσαν, την νάρκωσαν», δήλωσε η Κέιτ Κλαρκ Λεμάι, ιστορικός στην Εθνική Πινακοθήκη Πορτραίτων Smithsonian της Ουάσιγκτον, η οποία διαθέτει την εικόνα της Μάρθα Μίτσελ στο εξώφυλλο του περιοδικού Time στην πτέρυγα Watergate: Portraiture and Intrigue.
«Οι άνθρωποι αρνήθηκαν ότι αυτό της συνέβη. Με τη σημερινή φράση, την αεριοποίησαν, την αποκάλεσαν τρελή, χρησιμοποίησαν αυτή την πανάρχαια αναφορά για τις γυναίκες ως υστερικές … Ήταν η πληροφοριοδότης και τη σεβόμαστε σήμερα».
Η Μίτσελ ήταν μια φλύαρη, καλοαναθρεμμένη της κοινωνικής σκηνής της Ουάσινγκτον με έφεση στο να πίνει ουίσκι και να τηλεφωνεί στους δημοσιογράφους αργά τη νύχτα. Γεννημένη στο Αρκάνσας, κέρδισε το παρατσούκλι «το στόμα του Νότου», ενώ οι New York Times την αποκάλεσαν κάποτε «την πιο πολυσυζητημένη και ομιλητική γυναίκα στην Ουάσινγκτον».
Το τρέιλερ του Gaslit με την Τζούλια Ρόμπερτς ως Μάρθα Μίτσελ
Η δεύτερη πιο περιζήτητη προσωπικότητα
Ο Γκάρετ Γκραφ, συγγραφέας του πριν τρία χρόνια δημοσιευμένου βιβλίου Watergate: A New History, δήλωσε: «Η Μάρθα Μίτσελ είναι μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της εποχής του Watergate και έχει χαθεί σε μεγάλο βαθμό από την ιστορία για τα περισσότερα από τα πενήντα χρόνια που μεσολάβησαν.
»Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Νίξον, ήταν η δεύτερη πιο περιζήτητη προσωπικότητα για τις εκδηλώσεις των Ρεπουμπλικανών μετά τον ίδιο τον πρόεδρο και ήταν αυτή η πολύχρωμη, ειλικρινής γυναίκα στην Ουάσινγκτον σε μια εποχή που οι περισσότερες σύζυγοι υπουργών φαίνονταν και δεν ακούγονταν».
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Eνέκρινε τη διάρρηξη του Watergate στις 17 Ιουνίου 1972
Η Μίτσελ έμαθε βασικές λεπτομέρειες για το Watergate σε μεγάλο βαθμό από το να κρυφακούει τα τηλεφωνήματα και τις συναντήσεις του συζύγου της και να ψάχνει τα χαρτιά του. Ο Τζον Μίτσελ, ο πιο έμπιστος σύμβουλος του Νίξον και πρώην Γενικός Εισαγγελέας, είχε αναλάβει την ευθύνη της Επιτροπής για την επανεκλογή του Προέδρου (CRP) και ενέκρινε τη διάρρηξη του Watergate στις 17 Ιουνίου 1972.
Μετά τη σύλληψη των διαρρηκτών επ’ αυτοφώρω, η Μάρθα Μίτσελ έμαθε έκπληκτη ότι ο διευθυντής ασφαλείας της CRP, ο Τζέιμς ΜακΚορντ, πρώην αξιωματικός της CIA που είχε εργαστεί ως προσωπικός της φρουρός, ήταν μεταξύ των συλληφθέντων.
Ήταν «αδιάθετη και δεν μπορούσε να μιλήσει»
Από ένα ξενοδοχείο στην Καλιφόρνια τηλεφώνησε στην Έλεν Τόμας, δημοσιογράφο της United Press International, για να συζητήσει όσα γνώριζε. Όμως η συνομιλία διακόπηκε όταν ένας πρώην πράκτορας του FBI, ο Στιβ Κινγκ, με εντολή του Τζον Μίτσελ να κρατήσει τη σύζυγό του μακριά από τα μέσα ενημέρωσης, τράβηξε το τηλέφωνο από τον τοίχο.
H Τόμας προσπάθησε να ξανακαλέσει, αλλά ο υπάλληλος του τηλεφωνικού κέντρου της είπε ότι η Μίτσελ ήταν «αδιάθετη και δεν μπορούσε να μιλήσει».
Στη συνέχεια, η Τόμας κατηγόρησε δημόσια τον Τζον Μίτσελ, ο οποίος απέρριψε το περιστατικό, λέγοντας για τη σύζυγό του: «Αυτή η μικρή γλυκιά γυναίκα, την αγαπώ τόσο πολύ. Αναστατώνεται λίγο με την πολιτική, αλλά με αγαπάει και την αγαπώ και αυτό είναι που μετράει».
Το 1975 ο ΜακΚορντ παραδέχτηκε ότι «ουσιαστικά η γυναίκα απήχθη». Όταν η Μίτσελ επέστρεψε στην Ουάσινγκτον, είπε στην Έλεν Τόμας: «Είμαι μελανιασμένη. Δε θέλουν να μιλήσω»
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Ένεση με ηρεμιστικό
Η Μάρθα Μίτσελ στη συνέχεια αποκάλυψε ότι ο Κινγκ της επιτέθηκε, την απήγαγε και τη νάρκωσε. Κατά τη διάρκεια της πάλης τους, το χέρι της έσπασε ένα παράθυρο και χρειάστηκαν ράμματα. Πέντε άνδρες την κρατούσαν καθηλωμένη σε ένα κρεβάτι, ενώ ένας γιατρός της έκανε ένεση με ηρεμιστικό.
Το 1975 ο ΜακΚορντ παραδέχτηκε ότι «ουσιαστικά η γυναίκα απήχθη». Όταν η Μίτσελ επέστρεψε στην Ουάσινγκτον, είπε στην Έλεν Τόμας: «Είμαι μελανιασμένη. Δε θέλουν να μιλήσω».
Τα μέσα ενημέρωσης έδωσαν σχετικά λίγη προσοχή και οι φανατικοί του Νίξον, που ήθελαν απεγνωσμένα να αποκρύψουν τον ρόλο του Λευκού Οίκου στη διάρρηξη, άρχισαν να την απαξιώνουν ως αλκοολική που μιλούσε πολύ και επομένως αναξιόπιστη μάρτυρα.
Η ειλικρίνεια της Μίτσελ την έκανε δημοφιλή στους δημοσιογράφους πριν από το Watergate. Η Σάλι Κουίν, συγγραφέας και δημοσιογράφος, μίλησε μαζί της πολλές φορές. Η ίδια θυμήθηκε: «Έλεγε πάντα ακριβώς αυτό που σκεφτόταν, ήταν πολύ έξυπνη και πολύ πνευματώδης»
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Μια φιγούρα άξια γελοιοποίησης
Ο Γκάρετ Γκραφ είπε: «Η ευγενική Ουάσινγκτον σήκωσε τους ώμους αδιάφορα… είδε τη Μάρθα ως μια φιγούρα άξια γελοιοποίησης… δεν έδειξε καμία συμπάθειας, και έτσι δεν την πήραν στα σοβαρά ούτε τους ισχυρισμούς της για τη δική της μεταχείριση ούτε τις προειδοποιήσεις της για τη συμπεριφορά της κυβέρνησης Νίξον συνολικά και της εκστρατείας Νίξον συγκεκριμένα».
«Ο σύζυγός της ουσιαστικά είπε σε όλους ότι ήταν ψυχικά άρρωστη και αλκοολική και ότι δεν έπρεπε να την εμπιστεύονται. Ήταν μία από τις πρώτες φωνές που προσπάθησε να προειδοποιήσει τη χώρα για τη διαφθορά στο κέντρο της κυβέρνησης Νίξον».
Πολύ έξυπνη και πολύ πνευματώδης
Η ειλικρίνεια της Μίτσελ την έκανε δημοφιλή στους δημοσιογράφους πριν από το Watergate. Η Σάλι Κουίν, συγγραφέας και δημοσιογράφος, μίλησε μαζί της πολλές φορές. Η ίδια θυμήθηκε: «Έλεγε πάντα ακριβώς αυτό που σκεφτόταν, ήταν πολύ έξυπνη και πολύ πνευματώδης.
»Συνειδητοποίησε αμέσως το πλοίο στο οποίο ταξίδευε και δεν της άρεσε. Το ανέχτηκε για λίγο καιρό και μετά σκέφτηκε κάπως έτσι: «Δεν μπορώ να το κάνω άλλο αυτό» και άρχισε να μιλάει.
»Έπρεπε να βρουν έναν τρόπο να την αντιμετωπίσουν, οπότε αυτό που έκαναν ήταν να πουν ότι ήταν τρελή. Δεν ήταν τρελή. Αποδείχτηκε ότι είχε δίκιο: την κλείδωσαν σε ένα δωμάτιο, την απήγαγαν, τη νάρκωσαν. Η πράξεις τους απέναντί της σε κάνει να συνειδητοποιείς ότι στην πραγματικότητα δεν ήταν καθόλου τρελή».
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Τον εγκατέλειψε και τον «έσβησε»
Ο Τζον Μίτσελ παραιτήθηκε από την CRP αμέσως μετά τη διάρρηξη του Watergate και αποκαλύφθηκε ότι ήλεγχε ένα σύστημα ρουσφετιών που χρησιμοποιούνταν συλλέγοντας πληροφορίες για τους Δημοκρατικούς.
Τελικά εξέτισε 19 μήνες σε ομοσπονδιακή φυλακή για τη συμμετοχή του στη συγκάλυψη – ο πρώτος πρώην Γενικός Εισαγγελέας που καταδικάστηκε για έγκλημα.
Χωρίς να τον αποχαιρετήσει η Μάρθα τον εγκατέλειψε το 1973 και δεν ξαναμίλησαν ποτέ.
Σύμφωνα με μια βιογραφία της Μίτσελ από τη Βινζόλα Μακλέντον, η Μάρθα πήρε το πορτρέτο του Τζον από τον τοίχο και «με τερεβινθέλαιο και είδη από τα ντουλάπια της κουζίνας όπως Ajax, Clorox, μαγιονέζα και Heinz catsup, έσβησε το πρόσωπο του από τον καμβά».
Η Μάρθα και ο Νίξον
Η Μάρθα Μίτσελ ζήτησε την παραίτηση του Νίξον ήδη από τον Μάιο του 1973- ο πρόεδρος των ΗΠΑ αναγκάστηκε τελικά να παραιτηθεί τον Αύγουστο του 1974. Ο Νίξον δήλωσε αργότερα στον Βρετανό διπλωμάτη, Ντέιβιντ Φροστ: «Είμαι πεπεισμένος ότι αν δεν ήταν η Μάρθα… και ο Θεός να αναπαύσει την ψυχή της, γιατί κατά βάθος ήταν καλός άνθρωπος… Απλώς είχε ένα διανοητικό και συναισθηματικό πρόβλημα που κανείς δεν γνώριζε…. Αν δεν υπήρχε η Μάρθα, δεν θα υπήρχε το Watergate»
Η Μίτσελ πέθανε από καρκίνο του μυελού των οστών το 1976 σε ηλικία 57 ετών. Ο Κουίν σχολίασε: «Είναι μια απόλυτη τραγωδία. Ένας από τους ανθρώπους της Ουάσινγκτον που καταλήγουν να αλέθονται και να φτύνονται. Είχε τραγικό τέλος. Δεν ήταν τρελή. Ήταν γενναία. Το είπε όπως το είδε και το πλήρωσε».
*Με στοιχεία από theguradian.com | Αρχική Φωτό: Netflix