Θεραπεία σε σοβαρά λεμφώματα φέρνουν οι κυτταρικές θεραπείες CAR-Τ στο 60% των ασθενών

Πλήρη ύφεση λεμφωμάτων μη Hodgkin εμφάνισε το 61% των ασθενών που πήραν τις νεότερες κυτταρικές θεραπείες CAR-Τ την τελευταία πενταετία στα έξι πιστοποιημένα κέντρα του ΕΣΥ, που λειτουργούν στη χώρα μας, όταν με τις προϋπάρχουσες θεραπείες μόνο το 10% των ασθενών μπορούσε να πετύχει πλήρη ύφεση. Επιπλέον η ύφεση ξεπέρασε το ένα έτος, όταν με τις προηγούμενες θεραπείες, υποτροπή εμφανιζόταν πριν το 6μηνο.
Συνολικά, η ανταπόκριση των ασθενών στις νέες αυτές θεραπείες έφτασε το 74%. Από αυτούς το 60,7% ανταποκρίθηκε πλήρως στη θεραπεία, ενώ το υπόλοιπο 13,3% των ασθενών εμφάνισε μερική ανταπόκριση και αρκετοί από αυτούς έλαβαν επιπρόσθετη θεραπεία.
Η επιβίωση των ασθενών ξεπέρασε το 61%, ενώ στο 48,2% η νόσος δεν επανεμφανίστηκε.
Από τους ασθενείς που πέτυχαν πλήρη ύφεση με τη θεραπεία με CAR-Τ, οι τρεις στους τέσσερις ήταν καλά και χωρίς επανεμφάνιση της νόσου, τουλάχιστον ένα χρόνο μετά τη θεραπεία.
Τα αποτελέσματα αυτά προκύπτουν από τα δεδομένα εφαρμογής των CAR-T στη χώρα μας από τον Ιανουάριο του 2020 μέχρι τον Μάιο φέτος σε 210 ασθενείς στα έξι πιστοποιημένα κέντρα που λειτουργούν στον Ευαγγελισμό, το Νοσοκομείο Παπανικολάου Θεσσαλονίκης, το Λαϊκό, το Αττικό και τα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία Πάτρας και Ηρακλείου.
Επιβίωση ενός έτους πέτυχε το 75,2% των ασθενών που ανταποκρίθηκε πλήρως στη θεραπεία CAR-Τ, έναντι επιβίωσης 40% στους ασθενείς με μερική ανταπόκριση στη θεραπεία
Ο Συντονιστής Διευθυντής και Επιστημονικά Υπεύθυνος της Μονάδας Μεταμόσχευσης Μυελού των Οστών του «Ευαγγελισμού» Γιάννης Μπαλταδάκης, μιλώντας στο in.gr για τα αποτελέσματα των κυτταρικών θεραπειών στη χώρα μας, σημείωσε ότι τα αποτελέσματα από τις κυτταρικές θεραπείες με γενετικά τροποποιημένα Τ λεμφοκύτταρα με χιμαιρικό αντιγονικό υποδοχέα (CAR-Τ ) άλλαξαν το τοπίο αντιμετώπισης των ανθεκτικών μη Hodgkin λεμφωμάτων από Β-λεμφοκύτταρα. Επιπλέον, η επίσπευση της χορήγησης των CAR-Τ στο διάχυτο λέμφωμα από μεγάλα Β-κύτταρα ως θεραπεία δεύτερης, αντί για τρίτης γραμμής όπως είχε αρχικά εγκριθεί, άλλαξε τη διαχείριση του συγκεκριμένου λεμφώματος με πολύ θετικά αποτελέσματα. Στο μεταξύ όμως, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τα αποτελέσματα από την χρήση των νέων θεραπειών στον ευρύτερο πληθυσμό. Για το λόγο αυτό, μελετήσαμε τα αποτελέσματα των θεραπειών στους ασθενείς, με χρονικό διάστημα παρακολούθησης πάνω από ένα έτος, γιατί ενδεχόμενη υποτροπή εμφανίζεται συνήθως μέσα στο πρώτο 12μηνο.
Ο κ. Μπαλταδάκης τόνισε τα θετικά αποτελέσματα που φάνηκαν στη διαχείριση του διάχυτου λεμφώματος από μεγάλα Β-κύτταρα με τη χρήση των CAR-T ως θεραπεία δεύτερης αντί για τρίτης γραμμής σε 26 από τους 156 ασθενείς (17 με πρωτοπαθή ανθεκτική νόσο και 9 με πρώιμη υποτροπή της νόσου). Επεσήμανε μάλιστα ότι είναι σημαντικό για τους ασθενείς να παίρνουν την κυτταρική θεραπεία όσο το δυνατόν πιο σύντομα, προκειμένου ο οργανισμός τους να ανταποκρίνεται καλύτερα. Ακόμα, απαντώντας σε ερώτηση αν θα ήταν καλύτερη η ανταπόκριση στην περίπτωση χρήσης των CAR-T στην πρώτη γραμμή, είπε ότι υπάρχουν μελέτες που βρίσκονται σε εξέλιξη αλλά δεν έχουμε ακόμη διαθέσιμα τα αποτελέσματα.
Σημείωσε επίσης, ότι σε έναν πληθυσμό ασθενών, από τους οποίους σχεδόν οι μισοί δεν έχουν ποτέ ανταποκριθεί πλήρως σε καμιά θεραπεία και πάνω από το 70% χρειάζονται θεραπεία γεφύρωσης εξαιτίας της επιδείνωσης της νόσου τους, επιτεύχθηκαν με την CAR-T θεραπεία υψηλά ποσοστά επιβίωσης και μάλιστα χωρίς εξέλιξη της νόσου.
Ταυτόχρονα, παρατήρησε ότι ο μέσος χρόνος από τη συλλογή των λεμφοκυττάρων από τον ασθενή μέχρι την έγχυση των CAR-T κυττάρων, ήταν 74 ημέρες κατά τη διάρκεια της πανδημίας και μειώθηκε στις 62 ημέρες μετά την πανδημία.
Η επιτυχία συνδέθηκε με την χρήση των κυτταρικών θεραπειών σε πιο πρώιμη γραμμή, αλλά και τη βελτίωση των διαδικασιών, με μείωση του χρόνου από τη συλλογή μέχρι την έγχυση των κυττάρων αλλά και με τη χρήση άλλων μεθόδων ανοσοθεραπείας στο πλαίσιο ολιστικής αντιμετώπισης του ασθενή.
Εστιάζοντας στον κατάλληλο χρόνο χορήγησης των θεραπειών, τόνισε ότι έχει μεγάλη σημασία να χορηγείται η θεραπεία όσο το δυνατόν συντομότερα στους ασθενείς. Ο χρόνος μετράει από την παραπομπή από τον αιματολόγο με την ένδειξη για χορήγηση CAR-T αμέσως μετά την αποτυχία της θεραπείας πρώτης γραμμής. Επόμενο ορόσημο είναι ο προγραμματισμός της συλλογής των λεμφοκυττάρων του ασθενή για την παραγωγή του φαρμάκου, καθώς και ο χρόνος από τη συλλογή μέχρι την έγχυση. Πλέον, οι χρόνοι παραγωγής του φαρμάκου για τον κάθε ασθενή ξεχωριστά κυμαίνονται μεταξύ 3-4 εβδομάδων. Έχει επίσης σημασία και ο χρόνος που μεσολαβεί από την παραλαβή του φαρμάκου μέχρι να καταστεί δυνατή χορήγησή του. Ο χρόνος, λοιπόν, από τη συλλογή μέχρι την έγχυση ήταν 74 μέρες στη φάση της πανδημίας, τώρα δε έχει πέσει στις 60, χρειάζεται όμως να μειωθεί ακόμη περισσότερο, ιδανικά στο μισό.
Για να γίνει αυτό, ανέφερε πως χρειάζεται μεγαλύτερη διαθεσιμότητα κλινών, καθώς τα κέντρα ως κύριο έργο τους έχουν τις μεταμοσχεύσεις αιμοποιητικών κυττάρων, οπότε για να «χωρέσουν» και οι κυτταρικές θεραπείες που θα αυξάνονται σε αριθμό εξαιτίας των νέων εφαρμογών τους, θα πρέπει να ενισχυθεί η δυναμικότητα των κλινών στις μονάδες μεταμόσχευσης. Οι ασθενείς, αφού εκτιμηθούν στα κέντρα κυτταρικής θεραπείας, προγραμματίζονται για συλλογή λεμφοκυττάρων και ακολουθεί η έγχυση των κυττάρων όταν είναι διαθέσιμα. Σήμερα, κάθε κέντρο έχει περίπου 5-10 κλίνες. Χρειάζονται όμως περισσότερες για να μπορούν οι ασθενείς να καλύπτονται ταχύτερα, κάτι που είναι θέμα πολιτικής βούλησης και, παρά τις προσπάθειες, δεν έχει καταστεί μέχρι στιγμής εφικτό.
Αποτελέσματα
Από τους 210 ασθενείς, μέσης ηλικίας 56 ετών (από 42 – 70 ετών), που εμφάνισαν ανθεκτικά λεμφώματα από Β-κύτταρα, οι:
- 156 ασθενείς είχαν διάχυτο λέμφωμα από μεγάλα Β-κύτταρα (DLBCL),
- 18 είχαν πρωτοπαθές λέμφωμα μεσοθωρακίου (PMBCL),
- 17 είχαν οζώδες λέμφωμα (FL) και
- 19 είχαν λέμφωμα από κύτταρο του μανδύα (MCL).
Οι ασθενείς πριν την χρήση των CAR-T χρειάστηκαν κατά μέσο όρο 3 γραμμές θεραπείας και 24 είχαν υποβληθεί σε αυτόλογη μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων.
Το 45,5% των ασθενών (οι 96 από τους 210), δεν είχε επιτύχει ποτέ πλήρη ανταπόκριση της νόσου πριν από τη θεραπεία με CAR-T.
Το συνολικό ποσοστό ανταπόκρισης στη θεραπεία με CAR-T ήταν 74%. Από το ποσοστό αυτό, το 60,7% παρουσίασε πλήρη ανταπόκριση στη θεραπεία.
Με διάμεση παρακολούθηση των ασθενών για 12,3 μήνες (από 1 έως 57,8 μήνες), η συνολική επιβίωση σε 1 έτος ήταν 61,1% και η επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου στο έτος ήταν 48,2%.
Επιπλοκές
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι επιπλοκές από τη θεραπεία με CAR-T ήταν περιορισμένες και συγκεκριμένα:
Σύνδρομο απελευθέρωσης κυτταροκινών βαθμού 3 ή μεγαλύτερου εμφανίστηκε στο 12,3% των ασθενών και
Σύνδρομο νευροτοξικότητας που σχετίζεται με τα ανοσολογικά δραστικά κύτταρα βαθμού 3 ή μεγαλύτερου εμφανίστηκε στο 15,2% των ασθενών.
Οι επιπλοκές αυτές είναι κατά κανόνα πλήρως αναστρέψιμες.
Οι ασθενείς που πέτυχαν πλήρη ανταπόκριση στη θεραπεία με CAR-T, είχαν σημαντικά καλύτερη επιβίωση και επιβίωση χωρίς εξέλιξη νόσου, σε σχέση με τους ασθενείς με μερική ή καθόλου ανταπόκριση. Συγκεκριμένα, η πλήρης ανταπόκριση στη θεραπεία με τα CAR-Τ είχε ως αποτέλεσμα συνολική επιβίωση στο έτος στο 75,2% των ασθενών και επιβίωση χωρίς εξέλιξη νόσου στο 76,1%.
Οι ασθενείς με μερική ανταπόκριση εμφάνισαν στο έτος συνολική επιβίωση 40% και επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου 16,3%.