Κομπίνα ολκής στη Λιβύη – Είναι γεμάτη γεωτρήσεις, αλλά οι πολίτες της κάνουν ουρές στα πρατήρια

Η Λιβύη τα έχει όλα, πλούσια ανεκμετάλλευτα αποθέματα, λιμάνια για τη μεταφορά τους και ικανούς εξειδικευμένους τεχνικούς στον τομέα των υδρογονανθράκων. Έτσι, πετρελαϊκές εταιρείες και δυτικοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ευελπιστούν ότι υπάρχουν κερδοφόρες συμφωνίες να γίνουν στον πετρελαϊκό. Αν πιστεύουν όμως ότι αυτό θα γίνει νόμιμα και ήρεμα, πλανώνται πλάνην οικτράν.
Ενώ οι Δύση, πίστεψε ότι έβγαλε ένα εμπόδιο από τη μέση, ανατρέποντας τον Μουαμάρ Καντάφι το 2011 και ανοίγοντας τον δρόμο δήθεν για τον «εκδημοκρατισμό» της χώρας, ο κίνδυνος κοινωνικής αναταραχής και αναζωπύρωσης της σύγκρουσης αυξάνεται, καθώς οργανωμένα συμφέροντα έχουν γδύσει το λιβυκό κράτος.
Σύμφωνα με έρευνα του οργανισμού The Sentry που ερευνά παγκόσμια δίκτυα που επωφελούνται από πολέμους και βία, όποιες συμφωνίες κάνουν οι πετρελαϊκές μπορεί να τιναχτούν στο αέρα καθώς ένας νέος γύρος πολέμου μπορεί να αναδιατάξει την πολιτική ηγεσία της χώρας, λόγω της εκτίναξης της διαφθοράς,
«Η Λιβύη πραγματοποιεί αυτή τη στιγμή τον πρώτο γύρο προσφορών για νέες έρευνες και ανάπτυξη πετρελαίου εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες, και φαίνεται να υπάρχουν πολλοί ενδιαφερόμενοι απ’ όλο τον κόσμο» αναφέρει σε ανάλυσή της στο Foreign Policy η Justyna Gudzowska, διευθύντρια του οργανισμού.
Ωστόσο, προειδοποιεί ότι οι νέες πετρελαϊκές συμφωνίες είναι απίθανο να προσφέρουν αυτά τα οφέλη. «Η Λιβύη υποφέρει από ένα παγιωμένο σύστημα αρπακτικής διαφθοράς, μέσω του οποίου ο πλούτος της χώρας από το πετρέλαιο απομυζάται από μια διεφθαρμένη ελίτ. Το αποτέλεσμα είναι να αυξάνονται οι τιμές των καυσίμων για τους απλούς Λίβυους και να τους αφήνουν να παλεύουν για την καθημερινή τους επιβίωση».
Πώς στήθηκε η κομπίνα
Πως ακριβώς όμως απομυζούν τη χώρα; Όπως εξηγεί η Αυτό γίνεται μέσω της τεράστια διεύρυνσης του λαθρεμπορίου βενζίνης και ντίζελ την περίοδο 2022–2024 μέσω του προγράμματος επιδότησης καυσίμων της Λιβύης.
Σύμφωνα με την έρευνά, αυτό κόστισε στο λιβυκό κράτος σχεδόν 20 δισ. δολάρια μέσα σε τρία χρόνια. Μέχρι το 2021 η Λιβύη πολούσε αργό πετρέλαιο στο εξωτερικό και τα χρήματα πήγαιναν στην κεντρική τράπεζα. Στη συνέχεια η τελευταία έβαζε στον προϋπολογισμό πόσα θα δώσει στη NOC (την κρατική πετρελαϊκή) για να αγοράζει βενζίνη/ντίζελ για τις εσωτερικές ανάγκες της χώρας. Το καύσιμο φτάνει στα πρατήρια, επιδοτείται, και ο πολίτης πληρώνει πολύ φθηνά.
Ωστόσο, από 2021, η NOC αρχίζει να κάνει κάτι άλλο: Αντί να παίρνει λεφτά από την κεντρική τράπεζα για να αγοράζει καύσιμα, αρχίζει να ανταλλάσσει (swap) απευθείας αργό πετρέλαιο με έτοιμα καύσιμα από το εξωτερικό.
Δηλαδή έδινε για παράδειγμα 10 τόνους αργό και έπαιρνε βενζίνη/ντίζελ.
Ωστόσο, αυτές οι ανταλλαγές δεν περνούσαν στον δημόσιο ισολογισμό με αποτέλεσμα το κράτος να καταλήγει να εισάγει περισσότερα καύσιμα, χωρίς να φαίνονται κάπου οι αντίσοιχες δαπάνες που δόθηκαν.
Η κομπίνα ξεκινάει ακριβώς εδώ καθώς η οικονομία της Λιβύης δεν μπορεί να απορροφήσει τόσο πολύ καύσιμο, οπότε παρέμενε μυστήριο που κατευθυνόταν τόσο επιπλέον καύσιμο. Το κράτος εισάγει τεράστιες αδήλωτες ποσότητες επιδοτούμενων καυσίμων, οι οποίες εξάγονταν από ένα δίκτυο στρατιωτικών και αξιωματούχων πουλώντας το σε υψηλή τιμή. Στην πραγματικότητα, πάνω από το μισό από αυτό το καύσιμο γίνεται λαθρεμπόριο εκτός Λιβύης, δια θαλάσσης ή ξηράς.
Ο κύριος ένοχος
Η κύρια δύναμη που κινεί όλο αυτό το σύστημα, σύμφωνα με την έρευνα είναι ο Σαντάμ Χάφταρ, ο γιος του Χαλίφα Χάφταρ, που ελέγχει μεγάλο μέρος της ανατολικής Λιβύης ως επικεφαλής του Λιβυκού Αραβικού Στρατού (Libyan Arab Armed Forces, LAAF).
Ο Σαντάμ αξιοποίησε τη θέση του ως διάδοχος στον LAAF για να εδραιώσει τον έλεγχό του τόσο στις θαλάσσιες λαθρεμπορικές επιχειρήσεις όσο και σε κρίσιμες χερσαίες διαδρομές προς την υποσαχάρια Αφρική.
Ως αποτέλεσμα, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να φτάσει το λαθρεμπόριο σε πρωτοφανή επίπεδα, σημειώνει η ειδική, εξηγώντας πως το παλιό λιμάνι της Βεγγάζης λειτουργεί ως κύριο κανάλι της Λιβύης για επανεξαγωγές, χρησιμοποιώντας παραποιημένα έγγραφα και «σκοτεινά» πλοία (χωρίς ενεργά συστήματα εντοπισμού) για τη μεταφορά εκατομμυρίων λίτρων ανά ταξίδι. Ο αξιωματικός του LAAF και υφιστάμενος του Σαντάμ, Άλι αλ-Μασάι, λειτουργεί ως βασικός «θυροφύλακας».
Μπορεί η Λιβύη να είναι πολιτικά διαιρεμένη, αλλά η Gudzowska λέει ότι όλοι παίρνουν μερίδιο από τα παράνομα κέρδη. «Η πρόσφατη έξαρση μπορεί να στήθηκε από την οικογένεια Χάφταρ, αλλά λειτούργησε σε σιωπηρή σύμπραξη με πρόσωπα που συνδέονται με την κυβέρνηση του Αμπντούλ Χαμίντ Ντμπεϊμπά, με έδρα την Τρίπολη.
Η ευθύνη επεκτείνεται επίσης στη βορειοδυτική Λιβύη, όπου τοπικοί πολέμαρχοι, όπως ο Μοχάμεντ Κόσλαφ από τη Ζαουίγια και ο Όμαρ Μπουγντάντα από τη Μιζουράτα (ο οποίος ευθυγραμμίζεται με τον πρωθυπουργό Ντμπεϊμπά), μεταφέρουν καύσιμα δια θαλάσσης και ξηράς. Μεγάλες ποσότητες κατευθύνονται προς τον νότο, όπου αναλαμβάνουν οι δυνάμεις του Χάφταρ».
Η Τουρκία ανάμεσα στους υποστηρικτές
Φυσικά για την οργάνωση αυτής της ληστείας, σύμφωνα με την ανάλυση στο Foreign Policy, χρειάστηκε και η σιωπηρή συνδρομή της Ρωσίας, της Τουρκίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
Ο συνασπισμός Χάφταρ, για παράδειγμα, δίνει επιδοτούμενο ντίζελ, βενζίνη και καύσιμα αεροσκαφών σε Ρώσους στρατιωτικούς που είναι εγκατεστημένοι σε αρκετές αεροπορικές βάσεις στη Λιβύη και εκείνοι στη συνέχεια στέλνουν τα καύσιμα σε άλλες ρωσικές αποστολές στην υποσαχάρια Αφρική.
Επίσης, η έρευνα έδειξη ότι η οικογένεια Χάφταρ συνεχίζει να προμηθεύει καύσιμα στις RSF τις Δυνάμεις Ταχείας Υποστήριξης (Rapid Support Forces, RSF) κστο Σουδάν, «διευκολύνοντας τις θηριωδίες του παραστρατιωτικού αυτού σχηματισμού στο Νταρφούρ».
Συνέπεια όλων αυτών λέει η ειδική είναι οι Λίβυοι πολίτες να αναγκάζονται «να πληρώνουν έως και 40 φορές πάνω από την επίσημη επιδοτούμενη τιμή για καύσιμα, την ώρα που πολλοί από τους ηγέτες τους πουλάνε παράνομα το καύσιμο σε ξένα δίκτυα μέσα στη Λιβύη και σε γειτονικές χώρες» τονίζει η Gudzowska.
Πολλά δισ. γίνανε καπνός
Συνολικά μέχρι το 2024, στη Λιβύη υπεξαιρούνταν σχεδόν 7 δισ. δολάρια ετησίως σε επιδοτούμενα καύσιμα , που ισοδυναμεί περίπου με το 15% των συνολικών δημόσιων δαπανών. Κάπως έτσι, αθροίζονται τα 20 δισ. δολάρια που αναφέρθηκαν παραπάνω.
«Πρόκειται για δισεκατομμύρια δολάρια δημόσιου πλούτου, τα οποία θα έπρεπε να χρηματοδοτούν νοσοκομεία, σχολεία και άλλες βασικές υποδομές».
Το σχέδιο αυτό, καταλήγει η έρευνα του The Sentry στέρησε από την κεντρική τράπεζα το συνάλλαγμα που απαιτείται για βασικές εισαγωγές, όπως τρόφιμα και φάρμακα, τροφοδοτώντας τον πληθωρισμό των τιμών καταναλωτή και την υποτίμηση του δηναρίου.
«Σε μια ειρωνική ανατροπή, οι πολίτες μιας από τις πλουσιότερες σε πετρέλαιο χώρες του κόσμου αναγκάζονται συχνά να περιμένουν σε ουρές στα πρατήρια και να πληρώνουν διογκωμένες μαύρες τιμές για καύσιμα. Στις αρχές του έτους, η NOC ανακοίνωσε ότι σταματά τις ανταλλαγές αργού με καύσιμα. Παρ’ όλα αυτά, οι όγκοι εισαγωγών καυσίμων παραμένουν αδικαιολόγητα υψηλοί και το λαθρεμπόριο σε μεγάλη κλίμακα συνεχίζεται.