Σπίτια-«φέρετρα»: Η τραγωδία στους φλεγόμενους ουρανοξύστες του Χονγκ Κονγκ στο φόντο της στεγαστικής κρίσης

Με πάνω από 150 νεκρούς, δεκάδες αγνοούμενους και χιλιάδες πια αστέγους, το οικιστικό συγκρότημα Wang Fuk Court στη συνοικία Τάι Πο του Χονγκ Κονγκ, κοντά στα σύνορα με την ηπειρωτική Κίνα, έχει γίνει νέο συνώνυμο για τις κραυγαλέες ανισότητες και τις πολλαπλές παθογένειες σε μια από τις ακριβότερες περιοχές στον πλανήτη.
Χτισμένο τη δεκαετία του 1980 -όταν το Χονγκ Κονγκ ήταν ακόμη βρετανική αποικία- αποτελούμενο από οκτώ ουρανοξύστες 31 ορόφων και σχεδόν 2.000 διαμερίσματα, όπου στεγάζονταν συνολικά περίπου 4.800 άνθρωποι, το Wang Fuk Court αποτελεί μέρος ενός προγράμματος δημόσιας στέγασης στην ειδική διοικητική περιοχή της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.
Αγνώστου ακόμη αιτίας, η πυρκαγιά που ξέσπασε στις 26 Νοεμβρίου εν μέσω εργασιών ανακαίνισης σε έναν από τους ουρανοξύστες εξαπλώθηκε γρήγορα σε άλλους έξι, με «προσάναμμα» τις σκαλωσιές μπαμπού, τα νάιλον δίχτυα και την επένδυση στα παράθυρα με πάνελ φελιζόλ, που χρησιμοποίησε η ανάδοχη εταιρεία και υπεργολάβοι.
Με την ανακαίνιση να έχει αρχίσει από πέρυσι, η τραγωδία ήταν κατά πολλούς προαναγγελθείσα.
Κατόπιν πλήθους καταγγελιών για παραβάσεις των κανονισμών πυρασφάλειας στο οικιστικό συγκρότημα, υπήρξαν επιθεωρήσεις και «κούφιες» -όπως αποδείχθηκε- επίσημες συστάσεις στον εργολάβο.
Η τελευταία έγινε μόλις έξι ημέρες πριν ξεσπάσει η φονικότερη πυρκαγιά στη σύγχρονη ιστορία του Χονγκ Κονγκ.
Χρειάστηκαν τρία 24ωρα για την κατάσβεσή της, ενώ ο μακάβριος απολογισμός συνεχώς αυξάνεται, καθώς εντοπίζονται όλο και περισσότερα πτώματα στα καμένα κτίρια, σε διαμερίσματα, κλιμακοστάσια και στέγες.
Κατόπιν εορτής, οι αρχές προχώρησαν σε 13 συλλήψεις υπευθύνων των έργων ανακαίνισης και διέταξαν επανεξέταση συνολικά 28 ανάλογων αναθέσεων στον ίδιο εργολάβο.
Όμως όλα αυτά θεωρούνται «προπέτασμα καπνού» στην πραγματική αιτία της τραγωδίας.Η έλλειψη οικονομικά προσιτής στέγασης στο πυκνοκατοικημένο και πανάκριβο Χονγκ Κονγκ έχει οδηγήσει εκατομμύρια ανθρώπους να ζουν σε «παγίδες θανάτου».
Με τη λαϊκή οργή δε να συσσωρεύεται, το Πεκίνο προειδοποιεί για «σκληρή στάση» έναντι πιθανών «ταραχών»
Όπου φτωχός και η μοίρα του
Η έλλειψη οικονομικά προσιτής στέγης αποτελεί χρόνιο κοινωνικό και πολιτικό πρόβλημα στο πυκνοκατοικημένο Χονγκ Κονγκ.
Σήμερα τροφοδοτεί τη λαϊκή δυσαρέσκεια στις τάξεις του τοπικού πληθυσμού των 7,5 εκατομμυρίων κατοίκων, αναδεικνύοντας στις κοινωνικές ανισότητες στο καπιταλιστικό σύστημα «με σοσιαλιστικά κριτήρια» της Κίνας.
Σε αυτό το φόντο, η πυρκαγιά στο συγκρότημα Wang Fuk αντικατοπτρίζει μια εντεινόμενη στεγαστική κρίση στον οικονομικό κόμβο της Ασίας, όπου η μέση τιμή αγοράς κατοικίας είναι πλέον 20 φορές υψηλότερη από το μέσο ετήσιο εισόδημα των νοικοκυριών.
Οι εκτοξευόμενες τιμές καθιστούν αδύνατη την ιδιοκατοίκηση και την αυξανόμενη όλο και περισσότερων από την κοινωνική στέγαση.
Για την πρόσβαση σε αυτή μεσολαβεί ωστόσο μια χρόνια γραφειοκρατική διαδικασία χρόνων, τροφοδοτώντας έτσι μια παράλληλη αγορά στην ενοικίαση φθηνών -για τα δεδομένα της περιοχής- καταλυμάτων, υπό τραγικές συνθήκες διαβίωσης.
Πρακτικά, είναι η μοναδική επιλογή για τους χαμηλά αμειβόμενους εργαζόμενους και συνταξιούχους.
Στην καλύτερη των περιπτώσεων, πρόκειται για υπερπλήρη καταλύματα, τα λεγόμενα «υποδιαιρεμένα διαμερίσματα» ή SDU.
Διαθέτουν κατά μέσο όρο χώρο μόλις 6 τετραγωνικών μέτρων ανά άτομο -όσο η θέση στάθμευσης ενός οχήματος SUV στη Δύση.
Έχουν κοινόχρηστες τουαλέτες και κουζίνες.
Τα περισσότερα δεν έχουν κατάλληλο εξαερισμό ή εξόδους κινδύνου.
Υπολογίζονται ότι αριθμούν πάνω από 108.200.
Υπάρχουν ωστόσο και χειρότερα: τα «σπίτια-κλουβιά», χωρίς παράθυρα, με εμβαδόν μόλις 1,3 έως 1,9 τετραγωνικών μέτρων.
Στοιβάζονται σαν οιονεί ατομικές κουκέτες.
Αποτελούν χώρο διαμονης για περισσότερους από 220.000 κατοίκους του Χονγκ Κονγκ.
Οι περισσότεροι ένοικοί τους βρίσκονται σε μια μακρά αναμονή εξασφάλισης μιας θέσης στο διαχειριζόμενο από την τοπική κυβέρνηση σύστημα δημόσιας στέγασης.
Αυτό, ενώ ήδη το 45% των κατοίκων του Χονγκ Κονγκ στεγάζεται σε συγκροτήματα κατοικιών όπως το Wang Fuk Court.
Είναι υπερπλήρη, οικοδομικά γερασμένα και σε σημαντικό βαθμό παραμελλημένα.
Τόσο, ώστε να χαρακτηρίζονται νέτα σκέτα -όπως και οι υπόλοιποι τύποι υποβαθμισμένης κατοικίας στο Χονγκ Κονγκ- «παγίδες θανάτου».
Πολλές υποσχέσεις, λίγες πράξεις και μπόλικες απειλές
Πάνω από το ένα πέμπτο του πληθυσμού του Χονγκ Κονγκ ζει σήμερα σε συνθήκες φτώχειας, σύμφωνα με τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό Oxfam.
Εν μέσω κλιμακούμενης λαϊκής δυσαρέσκειας, η πειθήνια στο Πεκίνο τοπική κυβέρνηση δεσμεύτηκε προ έτους για την υιοθέτηση νέων προτύπων ασφαλείας και προδιαγραφών ελάχιστου διαθέσιμου χώρου ανά άτομο στα υποβαθμισμένα διαμερίσματα σε μία από τις ακριβότερες αγορές ακινήτων στον κόσμο.
Με φόντο ωστόσο την άγρια καταστολή του τοπικού κινήματος υπέρ του εκδημοκρατισμού, οι προσπάθειες για την επίλυση της στεγαστικής κρίσης έχουν ατονήσει.
Καταγράφεται αργή πρόοδος στην επίτευξη του διακηρυγμένου στόχου για τη σταδιακή εξάλειψή τους έως το 2049, με την κατασκευή 308.000 μονάδων κοινωνικών κατοικιών στο Χονγκ Κονγκ μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Στο μεσοδιάστημα, ο χρόνος αναμονής για έγκριση διαμονής σε μια από αυτές φτάνει τα 5,5 χρόνια, ενόσω το τοπικό σύστημα διαχείρισης λυγίζει υπό το βάρος της χρόνιας συστημικής παραμέλησης.
Προς επίρρωση ήλθε η φονική πυρκαγιά στο υπό ανακαίνιση συγκρότημα κατοικιών Wang Fuk Court, με «τρύπια» μέτρα πυρασφάλειας και τους χιλιάδες ενοίκους του παγιδευμένους σε φλεγόμενους λαβύρινθους, ενώ αναζητούσαν έξοδο κινδύνου.
Περισσότερο από το 60% των επιθεωρήσεων σε κτίρια δημόσιας στέγασης στο Χονγκ Κονγκ κατέδειξαν αντίστοιχα προβλήματα, καταδεικνύοντας ότι η τραγωδία δεν αποτελεί την εξαίρεση στον κανόνα σε μια πυκνοκατοικημένη περιοχή διευρυνόμενων κοινωνικών ανισοτήτων.
Με τις φωνές για τη διεξαγωγή ανεξάρτητης έρευνας για την τραγωδία να πληθαίνουν στην ειδική διοικητική περιοχή της Κίνας, με σχετικά αιτήματα στο διαδίκτυο να συγκεντρώνουν χιλιάδες υπογραφές, το Πεκίνο διαμηνύει ότι δεν θα ανεχθεί να «βυθιστεί ο Χονγκ Κονγκ ξανά στο χάος» από «ταραξίες».
Όχι τυχαία, ο τοπικός κυβερνήτης και «εκλεκτός» του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, Τζον Λι, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο αναβολής των εκλογών για την ανάδειξη νέου Νομοθετικού Συμβουλίου, που έχουν προγραμματιστεί για τις 7 Δεκεμβρίου.