To «Heat» κλείνει τα 30 – Μια κινηματογραφική αρχαία ελληνική τραγωδία με τους Αλ Πατσίνο και Ρόμπερτ Ντε Νίρο

Tριάντα χρόνια μετά την κυκλοφορία του, το «Heat» συνεχίζει να λατρεύεται σαν θεός που σε κοιτά νωχελικά από ψηλά: το αριστούργημα του Μάικλ Μαν έχει γίνει συνώνυμο ενός κινηματογραφικού παράδοξου, στο οποίο οι αντίπαλες πλευρές του νόμου —στην περίπτωση αυτή, ο Μακόλεϊ τον οποίο υποδύεται ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο και ο υπολοχαγός της αστυνομίας του Λος Άντζελες Βίνσεντ Χάνα, τον οποίο ενσαρκώνει ο Αλ Πατσίνο— έρχονται σε σύγκρουση στον δρόμο, αλλά όπως αποδεικνύεται, έχουν ανάγκη για επαφή, ακόμη και με τον εχθρό τους.
«Αστυνομικοί και ληστές»
Αν δέκα άνθρωποι δουν την ίδια ταινία, θα ακούσεις δέκα διαφορετικές γνώμες: οι δύο θα σου πουν ότι δεν τους άρεσε η σκηνοθεσία, οι άλλοι τρεις ότι βαρέθηκαν μετά τα πρώτα είκοσι λεπτά και οι άλλοι πέντε θα σου πουν «να πας να την δεις, αξίζει».
Ωστόσο, υπάρχει μια κινηματογραφική στιγμή στο «Heat», για την οποία όλοι μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι αποτελεί ποίηση: φυσικά, μιλάμε για την κεντρική σκηνή με την ληστεία της τράπεζας, όταν οι ήχοι των πυροβολισμών τρυπούν τα αυτιά μας και οι κινήσεις του Βαλ Κίλμερ (ή αλλιώς Κρις) κάνουν κάθε κύτταρο του εγκεφάλου μας να καεί και να αναγεννηθεί από τις στάχτες του.

Όπως χαρακτηριστικά έγραψε στον Guardian, ο Radheyan Simonpillai, αυτό που πραγματικά ξεχωρίζει στο «Heat» είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Μαν χαλαρώνει τη φόρμουλα «αστυνομικοί και ληστές» και παρουσιάζει ένα μωσαϊκό χαμένων ψυχών στο Λος Άντζελες.
Σκεφτείτε το: ενόσω οι χαρακτήρες παίζουν τραμπάλα ανάμεσα στο άνομο και το νόμιμο, η ταινία αναζητά συνεχώς τις ρωγμές που αποκαλύπτουν την επιθυμία τους να έρθουν πιο κοντά, αλλά από μακριά για ευνόητους λόγους, με τους ορκισμένους εχθρούς τους.
Παλμός
Αδιαμφισβήτητα, οι ερμηνείες των Πατσίνο και Ντε Νίρο, με την αλαζονεία και τις βιαστικές κινήσεις του πρώτου και την ψυχραιμία του δεύτερου, δημιουργούν ένα τοπίο δύο ταχυτήτων, στο οποίο όμως δεν κυριαρχεί το σασπένς σαν τις κλασικές χολιγουντιανές ταινίες που έχουμε συνηθίσει, αλλά η συναισθηματική σκιαγράφηση των χαρακτήρων.
Τον κύκλο της τελειότητας, κλείνει η σκηνοθετική προσέγγιση του Μαικλ Μαν, ο οποίος μας πάει μια βόλτα από τα γρκίζα σημεία της πόλης, η οποία κυριεύεται από βία, χάος, εν μέρει φιλοσοφία, εν μέρει αλαζονεία.
Όπως αναφέρει στο Men’s Health, ο William Goodman, παρόλο που το «Heat» αποτέλεσε την πέμπτη σκηνοθετική προσπάθεια του Μαν, οι ρίζες του ανάγονται στη δεκαετία του 1970.
Ο σκηνοθέτης είχε ακούσει μια ιστορία από τον ντετέκτιβ Τσακ Άνταμσον, ο οποίος υποστήριξε ότι κάποτε στο Σικάγο κατέληξε να πίνει καφέ με έναν άνδρα που αγαπούσε την παράνομη ζωή, ονόματι Νιλ ΜακΚόλεϊ.

Οι δύο τους, σύμφωνα με τον ντετέκτιβ, αντάλλαξαν απόψεις για τα επαγγέλματά τους, με τον Άνταμσον να λέει τελικά στον ΜακΚόλεϊ ότι αν οι ληστείες δεν σταματούσαν, την επόμενη φορά που θα βρισκόντουσαν πρόσωπο με πρόσωπο, δεν θα ήταν για καλό (έχε τον φίλο σου κοντά σου και τον εχθρό σου πιο κοντά σου λέει ο σοφός λαός ΜακΚόλεϊ, αλλά εσυ το παράκανες).
Ο Μαν λοιπόν, μνημόνευσε την ιστορία και την χρησιμοποίησε ως έμπνευση για ένα πιλοτικό επεισόδιο της τηλεοπτικής σειράς του NBC με τίτλο «L.A. Takedown». Η σειρά δεν προχώρησε οπότε, ο σκηνοθέτης σκαρφίστηκε την ιδεά μιας ταινίας, δηλώνοντας ότι «σχεδίασε την ταινία σαν ένα μουσικό κομμάτι διάρκειας 2 ωρών και 45 λεπτών, ώστε να ξέρει σε ποιο σημείο πρέπει να κυλάει ομαλά, σε ποιο ανώμαλα, πού να είναι στακάτο, πού να χρησιμοποιήσει έναν παλμό σαν καρδιακό παλμό».
Αποστολή εξετελέστη λοιπόν και, το μόνο που έλειπε, ήταν οι δύο πρωταγωνιστές, Ντε Νίρο και ο Πατσίνο. Σε αυτό το σημείο δεν μιλάμε για μια απλή συνεργασία στην οθόνη: μιλάμε για την πρώτη ταινία που έκαναν μαζί οι δύο καλύτεροι ηθοποιοί της γενιάς τους μετά το «Ο Νονός ΙΙ».
Και βουαλά: δημιουργήθηκε μια ταινία για την οποία μιλάμε τρεις δεκαετίες αργότερα.
*Με πληροφορίες από: Guardian | Men’s Health