Η σύγκρουση της Google με τους εκδότες δημοσιογραφικού περιεχομένου

Η μετάβαση από την αναλογική στην ψηφιακή τεχνολογία και στο Διαδίκτυο μετέβαλε τον τρόπο που λειτουργούν οι κοινωνίες σε όλα τα επίπεδα και επηρέασε το δίκαιο και ιδίως τον κλάδο της πνευματικής ιδιοκτησίας. Τα νέα κανάλια διανομής ψηφιακού περιεχομένου (online πλατφόρμες), σε συνδυασμό με τον τεράστιο όγκο δεδομένων που διατίθενται στο Διαδίκτυο και στα κοινωνικά δίκτυα και με την τάση των πολιτών να αναζητούν δωρεάν περιεχόμενο, συνθλίβουν το επιχειρηματικό μοντέλο του Τύπου. Η ψηφιακή εποχή ασκεί καταλυτική επιρροή στην παραδοσιακή δημοσιογραφία, μέχρις σημείου να απειλεί την ίδια της την ύπαρξη.
Για το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας η πρόκληση είναι να φέρει σε ισορροπία τα δικαιώματα όσων παράγουν και εκδίδουν δημοσιογραφικό περιεχόμενο με τα συμφέροντα των ψηφιακών κολοσσών, προστατεύοντας παράλληλα τα δικαιώματα των καταναλωτών-χρηστών, αλλά και το δημόσιο συμφέρον εκπαίδευσης, πληροφόρησης και έρευνας. Η στάθμιση των συχνά συγκρουόμενων συμφερόντων και η ανάγκη να δοθούν δίκαιες λύσεις προϋποθέτουν ρυθμίσεις σε υπερεθνικό επίπεδο.
Παρά την καθυστερημένη αντίδρασή της, η ΕΕ με την Οδηγία 2019/790 επιδίωξε, ανάμεσα στα άλλα, να προστατεύσει τα συμφέροντα των παραδοσιακών εκδοτών Τύπου εντός του κυρίαρχου επιχειρηματικού μοντέλου, που βασίζεται σε ψηφιακές πλατφόρμες όπως η Google, οι οποίες αναπαράγουν και διαθέτουν μαζί με διαφημίσεις δωρεάν δημοσιογραφικό περιεχόμενο που αντλούν από εκδοτικές επιχειρήσεις. Για παράδειγμα, η υπηρεσία Google news περιλαμβάνει επισκόπηση των καθημερινών νέων, απαλλάσσοντας τον χρήστη από το βάρος να επισκέπτεται τα επιμέρους δημοσιογραφικά sites ή να αγοράζει έντυπα. Η εμπορική εκμετάλλευση των online δημοσιευμάτων από την Google δεν συνοδευόταν ως πρόσφατα από συμφωνίες για την καταβολή αμοιβής προς τους εκδότες Τύπου, ενώ στις εύλογες διαμαρτυρίες των τελευταίων οι πλατφόρμες επικαλούνταν την αύξηση της επισκεψιμότητας των δημοσιογραφικών sites και των ανάλογων διαφημιστικών εσόδων.
Με την οδηγία, που ενσωματώθηκε στο ελληνικό Δίκαιο με τον Ν. 4996/2022, προβλέπεται ένα νέο συγγενικό δικαίωμα, που συνίσταται στην παραχώρηση αδειών χρήσης από τους εκδότες Τύπου στην ΕΕ, ως προϋπόθεση για την online αναδημοσίευση του δημοσιογραφικού περιεχομένου των εντύπων τους, ώστε οι εκδότες να διατηρήσουν τον έλεγχο της επένδυσης και του περιεχομένου που φιλοξενούν απέναντι στην εμπορική εκμετάλλευσή του από μεγάλες διαδικτυακές πλατφόρμες. Μολονότι το δικαιοπολιτικά εύλογο αίτημα των εκδοτών απέκτησε νομική υπόσταση – άρθρο 15 της Οδηγίας –, αυξάνοντας τη διαπραγματευτική ισχύ των παραδοσιακών εκδοτών, η επιρροή του στην αγορά είναι αμφίβολη. Οι ισχυροί πάροχοι διαδικτυακών υπηρεσιών (Google, META) ανθίστανται στα νέα νομικά δεδομένα προσπαθώντας να οδηγήσουν τους εκδότες σε παραίτηση από την αξίωσή τους για αμοιβή (Γερμανία) ή καταργώντας τη σχετική υπηρεσία (Ισπανία).
Επιπλέον, όπως προκύπτει από την παρέμβαση-επιστολή 23 διεθνών και εθνικών ενώσεων Τύπου προς τον έλληνα Πρωθυπουργό, διατυπώθηκε το αίτημα να αναγνωριστούν όχι μόνο τα άμεσα αλλά και τα έμμεσα έσοδα που αποκομίζουν οι πλατφόρμες από την αύξηση της ελκυστικότητας των υπηρεσιών τους λόγω της εκμετάλλευσης του ειδησεογραφικού περιεχομένου, προκειμένου να περιοριστεί το χάσμα αξίας ανάμεσα σε εκδόσεις Τύπου και online πλατφόρμες.
Ανεξάρτητα από τις παραπάνω εξελίξεις, παραδοσιακά η λεγόμενη δημοσιογραφία γενικού συμφέροντος λειτουργούσε εγγυητικά για τη δημοκρατική τάξη. Είναι αμφίβολο αν η νέα ψηφιακή – και ενίοτε αλγοριθμική – ειδησεογραφία, που συχνά χειραγωγεί την εκλογική συμπεριφορά των πολιτών με αυτοαναφορικά πρότυπα ενημέρωσης (echo chambers) και fake news, μπορεί να επιτελέσει αυτόν τον ρόλο.
*Ο Παναγιώτης Μαντζούφας είναι καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ