Καλπάζει η ακρίβεια, γονατίζουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις – «Πρωταθλητές» βασικά τρόφιμα και ενοίκια

Στο 2% έφτασε ο πληθωρισμός τον Οκτώβριο την ώρα που η ακρίβεια εξακολουθεί να μαστίζει την αγορά. Οι πέντε μεγαλύτερες ετήσιες αυξήσεις τιμών καταγράφονται στα προϊόντα σοκολάτας με άνοδο 21,1%, στον καφέ με αύξηση 19,3%, στα κρέατα με 10,6%, στα φρούτα με 9,1% και στα ενοίκια κατοικιών με 8,9%.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, την ανοδική πορεία του πληθωρισμού οδήγησαν τα τρόφιμα, ενώ οι μεγαλύτερες μειώσεις αφορούσαν κυρίως στο ελαιόλαδο και στα ενεργειακά προϊόντα. Ειδικότερα στο ελαιόλαδο υπήρξε μείωση 36,9%, στο φυσικό αέριο 6,3%, στο πετρέλαιο θέρμανσης (-4,3%) και στον ηλεκτρισμό (-3,3%).
Ωστόσο, σε τροχιά ανόδου συνεχίζουν να κινούνται οι τιμές στο κρέας, πιέζοντας τα νοικοκυριά και μετατρέποντας το βόειο σε είδος πολυτελείας. Οι αυξήσεις όχι μόνο ξεπέρασαν το 10% σε επίπεδο έτους, αλλά μόνο τον Οκτώβριο σημειώθηκε νέα άνοδος σε σχέση με τον Σεπτέμβριο. Πιο συγκεκριμένα, η τιμή του μοσχαρίσιου κρέατος αυξήθηκε κατά 5,3%, ακολουθούμενη από το αρνί και το κατσίκι με 3,4% και το χοιρινό με 1,6%.
«Τα μισθώματα των επιχειρήσεων αρκετές φορές είναι ‘θηλιά’ για τη λειτουργία τους» λέει ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, Σταύρος Καφούνης
Η αύξηση του γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή τον Οκτώβριο, σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΛΣΑΤ, προήλθε μεταξύ άλλων και από τις μεταβολές στην ομάδα «Στέγαση».
Αυτές αφορούν αυξήσεις κυρίως των τιμών σε: ενοίκια κατοικιών, επισκευή και συντήρηση κατοικίας, υπηρεσίες που σχετίζονται με το σπίτι. Μέρος της αύξησης αυτής αντισταθμίστηκε από τις μειώσεις σε ενεργειακά προϊόντα.
Δυσοίωνες οι προβλέψεις για το ράλι τιμών στο κρέας
Οι τιμές του βόειου κρέατος αναμένεται να παραμείνουν υψηλές, αν όχι να αυξηθούν περαιτέρω, λόγω της περιορισμένης εγχώριας παραγωγής και της εξάρτησης από τις εισαγωγές. Η Ελλάδα παραμένει ιδιαιτέρως ευάλωτη στις διεθνείς διακυμάνσεις τιμών, καθώς καλύπτει μόλις το 10%–20% των αναγκών της από δική της παραγωγή.
Σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ), τα τελευταία χρόνια έχει εγκαταλείψει τον κλάδο περίπου το 6% των παραγωγών, κυρίως νέοι. Αυτό από μόνο του έχει οδηγήσει σε μείωση κατά 8% των εκμεταλλεύσεων που παράγουν ελληνικό βόειο κρέας.

Από την άλλη, οι περιβαλλοντικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης φαίνεται να πιέζουν κι άλλο τις τιμές, με τους κτηνοτρόφους να προειδοποιούν για συρρίκνωση της παραγωγής, αύξηση των εισαγωγών και άνοδο των τιμών στα ράφια.
Κι αυτό διότι ο στόχος της μείωσης των εκπομπών μεθανίου – που προέρχεται κυρίως από τα βοοειδή – κατά 30% έως το 2030 οδηγεί σε προγράμματα που περιλαμβάνουν μειώσεις ζωικού κεφαλαίου ακόμα και με πρόωρες σφαγές κοπαδιών ή οικονομικά κίνητρα για αποχώρηση από την παραγωγή.
Ενδεικτικό της κατάστασης είναι ότι το 2024, η χώρα μας εισήγαγε κρέας αξίας 1,8 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 7,13% σε σχέση με το 2023. Από το 2021 έως σήμερα, η αξία των εισαγωγών έχει εκτοξευθεί κατά 56%. Το 80% – 90% της κατανάλωσης βόειου κρέατος προέρχεται από χώρες της ΕΕ, όπως η Γαλλία, η Ολλανδία, η Πολωνία και η Γερμανία.

Όσον αφορά στις τιμές, ιδιαίτερα αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία για τη διακύμανση στη χονδρική και στη λιανική. Χαρακτηριστικά, σύμφωνα με το τελευταίο δελτίο (στις 7 Νοεμβρίου) του Οργανισμού Κεντρικών Αγορών και Αλιείας (ΟΚΑΑ), οι τιμές στο εγχώριο μοσχάρι κινήθηκαν από 8,9 ευρώ/κιλό – 9,5 ευρώ/κιλό και στο εισαγόμενο από 9 – 10 ευρώ/κιλό.
Στο σούπερ μάρκετ (στοιχεία e-katanalotis) – ανάλογα με το «κομμάτι» – το εισαγόμενο βόειο κρέας πωλείται από 12,69 ευρώ κιλό (λάπα Γαλλίας) έως και 17,9 ευρώ/κιλό και το ελληνικό από 13,2 ευρώ κιλό (λάπα) έως και 16,9 ευρώ/κιλό.
Ακρίβεια: Πιέζονται οι επιχειρήσεις
Ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου & Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ), Σταύρος Καφούνης, σημείωσε μιλώντας στο MEGA για την ακρίβεια ότι τα μισθώματα παραμένουν πρόβλημα. «Επίκειται μια δική μας παρέμβαση για τα μισθώματα των εμπορικών επιχειρήσεων γιατί αρκετές φορές είναι ‘θηλιά’ για τη λειτουργία τους και πρέπει να δούμε πώς αυτό μπορεί να λειτουργήσει σωστά χωρίς να πλήττονται οι ιδιοκτήτες αλλά και χωρίς να καταστρέφονται οι επιχειρήσεις» τόνισε.
Αναφορικά με την κατανάλωση, ο ίδιος είπε ότι οι τζίροι είναι στάσιμοι το πρώτο εξάμηνο ενώ τα λειτουργικά έξοδα αυξάνονται. Σχολιάζοντας το θέμα των μειώσεων στα ενεργειακά προϊόντα που αποτελούν τις πρώτες ύλες στις οποίες συνήθως αποδίδονται οι αυξήσεις τιμών, δήλωσε ότι «με εξαίρεση τα προϊόντα του κακάο, βλέπουμε ότι εξορθολογίζονται τα πράγματα και επανερχόμαστε σε μια κανονικότητα».
Όσον αφορά στις ασιατικές πλατφόρμες, ο κ. Καφούνης σημείωσε ότι επιτείνουν το πρόβλημα με τους στάσιμους τζίρους των εμπορικών καταστημάτων στο σύνολό τους στην Ελλάδα. «Έχουμε πολύ μεγάλες εκροές στις ασιατικές πλατφόρμες και κατ’ εμέ είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε και θα αντιμετωπίσουμε ως ευρωπαϊκό εμπόριο. Μιλάμε για ένα παραλογισμό τον οποίο επιτρέπει δυστυχώς η Ευρώπη, αφήνοντας να μπαίνουν στα σπίτια μας είδη χωρίς να πληρώσουμε δασμούς» εξήγησε.
Και πρόσθεσε: «Η Αμερική έκλεισε την πόρτα σε αυτές τις πλατφόρμες, κατήργησε το de minimis εν μία νυκτί. Δηλαδή με το ‘κατήργησε’ εννοούμε ότι δεν επιτρέπεται να μπει προϊόν χωρίς δασμό. Δεν λέμε να κλείσει το εμπόριο, αλλά να ισχύσουν οι κανόνες και γι΄αυτούς. Όταν έκανε αυτό ο Τραμπ ουσιαστικά έστρεψε 1,5 δισ. ευρώ διαφήμισης προς την Ευρώπη».